Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2016

Είπες...



Είπες πως μια μέρα θα 'ρθεις
Κι άφησα το κλειδί κάτω απ' τη γλάστρα
Απροσδιόριστα μίλησες
Χωρίς σημάδια καθαρά
Πάντα έλειπε το χάδι απ' τις λέξεις σου
Χάδι
Χνάρι
Χαμόγελο
Χρώμα....

Είχες στα χέρια σκισμένη μιαν επιστολή
Έπρεπε να φύγεις
Τα όνειρα σε καλούσαν
Στο μπαλκόνι σου είχαν στήσει φωλιά
Δυο μικροί κορυδαλλοί
Οι αγγελιοφόροι σου έλεγες
Σπαταλούσες στιγμές να τους μάθεις να πετάνε
Μελαγχολικά τους ξεναγούσες στους κρύους βωμούς
Στο μπαλκόνι με το πένθιμα νυχτολούλουδα
Και τη δίχρωμη μπιγκόνια
Σπαταλούσες τέχνη για να προσαρμόσεις
Στις πληγές σου τις γνώριμες ρωγμές των διαδρομών

Τώρα σε αποβάθρες κρύες παραπαίεις
Δίπλα σε κατεστραμμένα παγκάκια περιφέρεσαι
Σφαλνώντας τα βλέφαρα ξεχνιέσαι
Στο χέρι
Διπλός καφές
Στο μάγουλο διπλή ξυραφιά
Σε προσπερνούν τα πλήθη βιαστικά
Ψάχνεις την τσέπη σου
Την αδειάζεις μπροστά στα βρώμικα σκαλοπάτια
Ούτε ένα κέρμα
Εξαργυρώνεις φτηνά τα πάθη σου
Για μια θέση στο βαγόνι
Ο εφιάλτης σου δυο γνώριμα μάτια που επίμονα σε ερευνούν

Στο σπίτι έμεινε η σκιά σου
Ένα χαρτί διαγραμμάτων
Μια χτένα χωρίς δόντια
Και το κυρτό κυπαρίσσι
Όλη σου η περιουσία μια σελίδα λευκή
Όλη σου η μνήμη μια νύχτα έρωτα
Κι ο στόχος πάνω στον τοίχο όλος καλυμμένος με βέλη
Εξαφανισμένο το κέντρο
Εξαφανισμένος κι εσύ

Στα λόγια σου περίσσευαν οι επαναλήψεις
Χάνομαι πνίγομαι χάνομαι επιστρέφω
Στα νοήματά σου υπερίσχυαν τα περίπου
Περίπου σε θέλω
Περίπου πεθαίνω
Περίπου σε γνωρίζω
Η ενθύμηση η απόσταση το αδιαχώρητο των ωρών
Τρεμίζουν στο σώμα
Κι εσύ μια απουσία παγερά ανοιχτή

Μου είπαν πως σ' ένα συρμό
Κάποιοι σε είδαν φωναχτά να απαγγέλεις
Στίχους στους μικρούς επαίτες
Κι αυτοί με δάκρυα χαράς δυνατά
Σε επευφημούσαν
Σίγουρα εκεί θα μείνεις
Χωρίς άλλο εκεί θα ξεχνάς
Ο κόσμος σου δυο αράδες ανέξοδες
Χωρίς ούτε ένα ψηφίο αγάπης πάνω στο αβέβαιο σου βήμα!


Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

25 λέξεις # 5



     Γύρε στο σώμα μου
Βοριάς χτυπάει τις γρίλιες
     Βλέπω τα νύχια του
    το γκρίζο χιτώνα του
            Φυλάξου
  Οι πέτρες που πέφτουν
   είναι τα πετρωμένα
       δάκρυά του
 Ασπίδα σου θα γίνω
Η κρυφή σου αμαρτία!

               *

    Όταν αποσταίνουν
           τα σπίτια
Σφαλνάνε τα παραθύρια τους
      Ξεχνούν τις χαρές
Τ' ασπροσέντονα της λεβάντας
     Μόνο οι γρίλιες
       αγρυπνούν
Με δυο κλωνιά γαζίας
    φωλιές ονείρων
στο τέμπλο των τοίχων
     σχεδιάζουν!

Το πρώτο ολιγόλεκτο συμμετείχε στο δρώμενο της Μαρίας Νικολάου
"25 λέξεις" στην πορεία ήρθε να προστεθεί το 2ο

Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2016

αποστάζοντας (χαϊκού)



Ψιλή βροχούλα
σκέπασε το τραγούδι
του αηδονιού
ISSA

Μες στον κυκλώνα
Μικρό πουλί κλειδώνει
Το σπιτικό του

Σαν χαλαρώνει
Τα κουμπιά η Άνοιξη
Σκιρτούν οι μυρτιές

Κόκκινη κλωστή
Πως να βρεις το ταίρι σου
Μες στη σκοτεινιά!

Μέσα στις φλόγες
Αέρας στρατηλάτης
Πανηγυρίζει

Με μιαν ανάσα
Ο βοριάς χρωμάτισε
Ωχρά τα χείλη

Σαν ξημερώνει
Η γαζία φλερτάρει
Με τον ουρανό!

Πάνω στη χλόη
Ξεδιπλώνουν οι γρύλοι
Τις παρτιτούρες

Μικρό κολιμπρί
Πετάρισε στ' αυτί μου
Κρυψώνα ψάχνει

Σκίζεις την πέτρα
Κι είναι σαν να κόβεται
Στα δυο η πλάση!

Ιερά φυλακτά
Πράσινου χαλαζία
Τα δυο σου μάτια

Μες στα γιασεμιά
Απορώ αν άγγιξες
Τις λεπτές νότες

Ανέμου θυμός
Κι αίφνης στα κεραμίδια
Άμορφος φόβος

Πολεμοχαρή
Άνεμε του Φλεβάρη
Νύφες γυμνώνεις

Πόσο κοστίζει
Ένα χειροκρότημα
Σαν έχεις "φύγει"

Σφυριά χτυπάνε..
Ίσως στον κάτω κόσμο
Γκρεμνούν τα τείχη

Ο ξερός κορμός
Στον πυθμένα της λίμνης
Κοίτα βλάστησε!

Λάγνα φοινικιά
Γιορντάνι στολίστηκε
Πορτοκολόχρουν

Μέσα στις φτέρες
Βρήκαν καταφύγιο
Του φόβου παλμοί

Σαν ξημερώνει
Διαρκές μουρμούρισμα
Ξυπνά τις ράγες

Στο πανωχείλι
Σταθηκ' η μελισσούλα
Είδε πως ανθείς..

Πετώντας τόξα
Η αστραπή τ' ουρανού
Πληγώνει τ' άστρα

Απ' όταν έριξες
Στην πλάτη το στιλέτο..
Φύτρωσαν ρόδα

Δραπέτης ήλιος
Σε σέλα ποδηλάτου
Σπάει τα φρένα

Ξάφνου στο φάρο
Παιχνιδίσματα γλάρων
Κι ο ερχομός σου!

Δημοσιεύτηκε στην ποιητική σελίδα "Οι ποιητές του κόσμου"
που διατηρεί ο φίλος ποιητής Στρατής Παρέλης και τον ευχαριστώ πολύ

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2016

Η εποχή των υακίνθων



Είναι η εποχή των υακίνθων σου λέω
Νιώθω τη ρόδινη μορφή της Άνοιξης
Από μακριά να βγάζει τον πρώτο της νεογιλό
Τι κι αν θεριεύει ο χειμώνας στις στέγες
Τι κι αν οι μέρες κλαίνε σε αίθουσες σκοτεινές
Για μένα στα κατώφλια ανθίζουν δέσμες ελπίδας
Για μένα τα αρώματα γλυκαίνουν το λάθος του μισεμού
Και τα τραγούδια πάνω σε χείλη εφηβικά
Αμαρταίνουν χάδια πρώιμα
Σε χείλη που ξεστόμισαν θεατρικά
Το πρώτο "σ' αγαπώ" κάτω από τις φιλύρες
Κι αυτό τώρα κοσμεί διστακτικά παλίμψηστες γραφές

Στα όνειρά μου έρχεται το απύθμενο γαλάζιο
Θάλασσες μικρές και μεγάλες με καθελκύουν
Θα στις γνωρίσω
Είναι κήποι οι θάλασσες στην πατρίδα μου
Χωρίς καν ούτε μια σχεδία τις ταξιδεύεις
Σαν ιερέας μεταλαβιά τις κάνεις
Να κοινωνήσει ο κόσμος του κοραλλιού το δάκρυ
Κι οι υάκινθοι στον κήπο μου
Μενεξελιές ακτές θα γίνουν κι αποβάθρες
Εκεί να φτάσω άσπιλη σαν αιθέρας
Της Άνοιξης παραγγελιά να δώσω
Να' ναι η πνοή της σαν τη σκέψη της μάνας καθάρια
Να βρει στη μακριά σου απουσία έναν έστω λόγο
Παραμύθι να τον κάνω, με συστολή μεγάλη
Να τον ιστορήσω στα πουλιά πριν φύγουν
Ταξιδιάρικα όπως είναι δεν θα απαιτήσω απ' αυτά
Ζεστές φωλιές να στήσουν
Ούτε κλαράκι μόνιμο για να υμνούν τον στρατηλάτη ήλιο τα πρωινά

Είναι η εποχή των υακίνθων σου λέω
Αν θέλεις ανέβα στο πηδάλιο της λήθης
Εκεί που ο έρωτας αντιμάχεται την αρμύρα
Να μπεις κατακτητής
Ανερμάτιστα ν' αγαπήσεις της φυγής την κόρη
Έχει πλούσια και μαύρα τα μαλλιά
Και το λαιμό στητό στον άνεμο σαν τόξο φλέγον
Αν σου βρεθούνε βέλη φονικά
Μην τοξεύσεις τον κήπο μου
Πονούν οι θάλασσές μου και δεν πεθαίνουν
Κι έτσι όπως κάποτε τις αρμένισες θα σε ξαναζητήσουν
Όσο φαρμάκι κι αν βάλεις στις αιχμές σου
Αυτές θα σε καλούν
Γι αυτό εμμένω στους υακίνθους
Αυτοί τουλάχιστον -καθώς από τα σπλάχνα
Της πατρίδας μου βγήκαν-
Πιστοί θα μείνουν στο φιλί
Τους χάρτες των πορθμών μου
Ιχνηλατώντας θα διατρέξουν
Χνάρια να βρουν δικά σου κι εκεί να χαραχτούν!

Έλαβε μέρος στο δρώμενο "Παίζοντας με τις λέξεις"
που διοργάνωσε με επιτυχία η me(maria)


Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

Μάρτυρας των βυθών


Ζώντας την απουσία σου
Μικρό γίνομαι κοχύλι
Στις βυθισμένες πολιτείες
Εκεί που ο λόγος σου ανθεί
Να πάω
Δίπλα στα ηχηρά σου φωνήεντα
Αποσιωπητικά να προσθέσω
Μήπως και κάποια στιγμή
Το ακατάληπτο διαβάσεις γράμμα
Κοντά σου να φέρω
Ερωτικά κελεύσματα
Απ' τον γόο των ωκεανών
Τις λέξεις που χήρεψαν
Με στοργή να στρογγυλέψω
Γιατί τις φροντίζω τις λέξεις
Διαβατικές
Απείθαρχες
Κλονισμένες
Ιδιαίτερα εκείνες που στις λεύκες ξεστόμιζες
Κι ήταν σαν να συνομιλούσες
Με την άγραφη σοφία των δρόμων
Τσιγγάνος - δρόμος κι εσύ!

Κι αν όπως τότε
Αγαπάς τα βάθη των τραγουδιών 
Θα σου σφυρίζω σκοπούς
Απ' τα λάγνα μιλήματα
Της άγκυρας στην πλώρη
Αρώματα ακριβά
Από ναυάγια φοινικικά θα σου φέρνω
Να αρωματίζεις τις σελίδες των ποιημάτων
Που αστόχησαν σε χείλη ξένα
Κι εκείνα τα τρύπια ρούχα να βγάζεις
Που συνήθιζες να φοράς
Πριν αφεθείς στις φλόγες μου
Ρούχα με ύποπτες ραφές σκονισμένα
Που εγώ τα φύλαξα βαθιά
Στου έρωτα το εργαστήρι
Κι όταν ο νους σ' αποζητά
Και πόθους στραγγίζει το σώμα
Σ' αυτά καταφεύγω, ιστία τα κάνω
Να περάσω τις ηράκλειες στήλες της μόνωσης!

Έπειτα μη νοιαστείς
Θα φύγω ακροπατώντας
Μου φτάνει μόνο
Που ένωσα τα δευτερόλεπτα
Μου αρκεί
Που αφαίρεσα απ' την κλεψύδρα σου
Το φευγαλέο μαζί
Και μάρτυρας έγινα των βυθών
Ο σπασμένος καθρέφτης
Που τα είδωλα σου πολλαπλασιάζει
Στο απέραντο γαλάζιο
Αν θα ξανάρθω δεν το ξέρω
Είναι που με γοητεύουν τα ουράνια
Που με δονεί η λάβα των ηφαιστείων
Και τη βαρύτητα απωθώ των γραμμών
Μείνε εκεί
Κι όταν στην Αχερουσία θα εισέλθω λίμνη
Κι όταν οι σφένδαμοι περίλυποι
Στις όχθες μου θα στέκουν
Θα σου δώσω ό,τι σου χρωστώ:
Το σώμα του κοχυλιού που ονειρεύτηκες
Κοντά σου θα ζήσω
Με συστολή να σε κοιτώ κατάματα
Όλη μια υδρία με κομματιασμένα όστρακα μέσα
Να απαριθμείς εκείνες τις νύχτες
Που η φωτιά επίλεκτο με έχρησε συνοδό της!

Έλαβε μέρος στο δρώμενο "Παίζοντας με τις λέξεις"
που διοργάνωσε με επιτυχία η me(maria)

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2016

Τα λουλούδια των ψυχών

Αποτέλεσμα εικόνας για παραμύθι

Ήταν κάποτε ένας ανηφορικός δρόμος
Ένας δρόμος πλάι στο ακροθαλάσσι
Όχι ένας απλός δρόμος
Όπως τον φαντάζεσαι και τον ξέρεις
Δεν ήταν καθόλου επίπεδος
Αλλά ολούθε στρωμένος με σκαλοπάτια
Λαξευτά σκαλοπάτια της πέτρας
Και στο πλάι του φύτρωναν λουλούδια πολλά
Όχι λουλούδια κοινά
Όπως στα λιβάδια την άνοιξης βλέπεις
Αλλά θαλασσολούλουδα αθάνατα
Με κοραλλένια τουρκουάζ
Και χρυσαφί χρώματα
Λουλούδια όμορφα που οι γοργόνες
Τα είχαν ραντίσει με αρώματα θυσίας ακριβά

Στον δρόμο αυτό
Που ήταν απαγορευμένος στους θνητούς
Ήρθε τυχαία μια μέρα
Ένα μικρό κορίτσι δώδεκα χρονών
Έτρεξε στα λαξευτά σκαλοπάτια
Έπαιξε ξένοιαστο κουτσό
Θαύμασε τη θέα μα και τα λουλούδια
Αλλά μαγεμένο καθώς ήταν από την ομορφιά
Δεν πρόσεξε την εγχάρακτη γραφή
Πάνω στο δεύτερο πλατύσκαλο
"Τα άνθη γύρω σου είναι τα πνιγμένα παιδιά 
της θάλασσας κι όποιος τα κόψει στο ουράνιο 
βασίλειο της σιωπής θα κλειστεί κι αντάμα με τις
ψυχές τους θα μείνει"
Έσκυψε λοιπόν κι έκοψε ένα θαλασσόκρινο
Και μόλις το έφερε στα ρουθούνια της να το μυρίσει
Ο δρόμος ξάφνου μετακινήθηκε, αλλάξε φορά
Ξέσπασαν γοερά σε κλάματα τα λουλούδια
Σκλήρυνε η φλέβα της πέτρας
Τραβήχτηκαν στους βυθούς οι γοργόνες το κακό να μην δουν

Ο δρόμος της θάλασσας
Απομακρύνθηκε λοιπόν απ' τη γη
Και σαν διπλό πλοκάμι ανέμου
Αναχώρησε για τ' ουρανού τα βασίλεια
Εκεί που η σιωπή κατοικεί
Εκεί που οι νεφέλες σκεπάζουν τις γήινες χαρές με γκρι μπέρτες
Εκεί που ο ήλιος σαν καυτό σίδερο
Καίει και διαπερνά πέρα ως πέρα τα σώματα των μίσχων
Τρόμαξε το κορίτσι πολύ
Έκανε να γυρίσει πίσω
Ακατόρθωτο
Ώσπου ένας αιωνόβιος γέροντας στρυφνός
Το διπλοκλείδωσε
Σ' ένα παγερό κελί
Να αγναντεύει μόνο του από ψηλά σπαράζοντας
Τη γη τη θάλασσα κι αυτήν τη μάνα του
Μαυροφορούσα
Αλλόφρονα να ψάχνει πλάι στο κύμα
Το μονάκριβό της πνίγοντας τα καράβια με τα χέρια της!
.............................................................................................
Ποιος ξέρει αν αυτός ο δρόμος ξαναεπιστρέψει στη γη
Μαζί με το δωδεκάχρονο κορίτσι και τα λουλούδια των ψυχών
Ίσως περάσουν χρόνια πολλά αλλά ίσως κι απόψε να φανεί!

                      

Συμμετέχει στο νέο δρώμενο "Φτιάξε καρδιά μου το δικό σου παραμύθι"
της άοκνης φίλης μας Αριστέας με πολλές ήδη όμορφες συμμετοχές!!

(μια διευκρίνηση το κορίτσι είναι η ανθρωπιά που απέδρασε μπροστά
στο δράμα των προσφύγων)