Τετάρτη 15 Ιουνίου 2011

διαφυγή


Κρατούσες στο χέρι σου απαλά
Το όστρακο της διαφυγής
Παλαιό σου όνειρο ερωτικό
Κορυφωνόταν στην απλίκα
Της δεύτερης εξορίας
Το σκαλοπάτι έτριζε τη νύχτα
Το βάρος διογκώνονταν στο κενό
Καταλάμβανε τις σήραγγες
Των μικρών κοχυλιών
Δάκρυ τα πότιζε και αίμα  
Σαν Κοχλαστό ποτάμι
Που αναδύεται από το φαράγγι
Της μακρινής Ανδαλουσίας    
Το μάργαρο αποκολλιόταν
Από τη βάση της πέτρας
Πέτρα θαλασσινή του σεληνίτη
Ακροδάκτυλο του κύματος
Να σκάει στα λεπτά σου χείλη
Φέροντας αινίγματα και δεσμούς
Που την λύση τους φαιδρά
Επιβουλεύονταν οι αντένες
Των βουβωνικών ρωγμών
Έμπαινε ένα δίχτυ ανάμεσα μας
Στρογγύλευε ο ορίζοντας
Κι έστελνε αμφίβιες
Μελωδίες προανάφλεξης
Στον ερτζιανό έρωτα
Τα σημεία του χρόνου
Αναζητούσαν τις κορυφές
Του άλιου καβαλάρη
Τα μήκη και τα πλάτη της αγχόνης
Επευφημούσαν τον μέγα
Πολιορκητή της σκονισμένης
Ακροποταμιάς βασανιζόσουν  
Άκριτος επαναστάτης ο ήλιος
Μεταμόρφωνε το μπρούτζινο
Χέρι του αγάλματος σε αιθέριο
Νήμα καλοκαιρινής μπόρας
Έπιανες την μια άκρη
Οδηγός του πεπρωμένου
Σε έβγαζε στο πλωριό καράβι
Με τους ματωμένους χάρτες
Βάδιζες στα ακρόπρωρα
Στη προσπάθεια να εξυφάνεις
Το κονιορτό της απογυμνωμένης
Ψυχής μετεωριζόσουν πάνω
Στο ψυχανέμισμα της αορτής
Χόρευες με πόδια γυμνά
Φιγούρες νέγρικες από παιδικά πέλματα
Αργούσε να έρθει η ενηλικίωση
Στο βουβό κλαυθμό της ράγας
Οι νυχτερινοί σταθμοί
Παρηγορούσαν τους άστεγους
Ωροδείκτες
Μιλούσαν για την ακμή
Της πυρωμένης βελόνας
Φευ! Η διαφυγή είναι
Ένα αποδημητικό μαντίλι
Στα ριγωτά σκέλη
Των κολασμένων νυμφών
Ένας αποχωρισμός με χαμένα
Τα προδοτικά αργύρια
Των σπινθηροβόλων αρμών
Ένα μυστικό αραξοβόλι
Στον τελευταίο δείπνο
Του επιθανάτιου ρόγχου
Μαδούσαν οι ύπεροι
Της μεταφυσικής νεροσταγόνας
Πόντιζε ο ναύτης
Τρικάταρτες απουσίες
Σε πελάγη άγρυπνα του σκότους
Ωχριούσες βουβός επισκέπτης
Τσεκάριζες την αντοχή
Του πάθους μπροστά στον ιβίσκο
Της μεταμφιεσμένης αυταπάτης
Ξεχνούσες τα ηλεκτρονικά
Σημάδια της μοίρας
Κι έχριζες αυτοκράτορα
Το ηφαιστειακό αηδόνι
Στις χώρες που γεννιούνται
Οι μαύροι κάκτοι του έρωτα
Την νύχτα των μεγάλων βρυχηθμών
Περιδιάβαινες το κορμί μου
Σαν ήχος απόμακρος της όστριας
Λάβωνες την συνισταμένη
Ελπίδα στους κωδικούς του αίματος
Στις Αφίδνες είχες κατακρατήσει
Τον σπόρο του ηλίανθου
Που ευθυγραμμίζονταν στο άπλετο φως
Του απόλυτου μεσημεριού
Στεκόσουν δίπλα στο χορταριασμένο μνήμα
Του φαιού φοινικόδεντρου
Κι ανάξια προετοίμασες την διαφυγή σου
Πικρό σκίνο του άλγους
Αμφίβολα κατέρχεσαι στο κενό