Τρίτη 22 Απριλίου 2008

οι μάσκες των ποιητών

Από μικρή είχε ένα τάλαντο στην χειροτεχνία
Έφτιαχνε με απλά υλικά: παλιές εφημερίδες, μπαλόνια
και κόλλα με τη τεχνική του παπιέ μασέ, μάσκες.
Είχε αναρίθμητες μάσκες στο σπίτι, πολύχρωμες,
μαύρες, λευκές, διαφανείς
Ανθρώπων γελαστών, κλόουν θλιμμένων,
μάσκες βενετικές με φτερά πολύχρωμα που
σκονίζονταν κι άλλαζαν αποχρώσεις…
Περηφανευόταν για τα δημιουργήματά της
τα έδειχνε στους φίλους της
και κάποτε-κάποτε τις φωτογράφιζε στο στόμιο
του πηγαδιού που είχε στον κήπο της.
Μια τοιχογραφία από μάσκες πολύχρωμες
σε συστάδες πάνω στους τοίχους!
Το άλλο πού το πας; της πρόσφεραν οικονομικά οφέλη.
Οι τοίχοι της δεν χρειάζονταν επιχρωματώσεις πλαστικού,
ούτε να καλλωπίσει τα τζάμια με κουρτίνες,
ούτε να πάρει παλιές εφημερίδες,
να πλύνει τα τζάμια για να λάμπουν.
Ήταν το απόλυτο βασίλειο της μάσκας το σπίτι της.
Κάθε βράδυ πριν πέσει για ύπνο γονάτιζε μπροστά τους
ύστερα τις χάιδευε μία-μία με τη φτέρνα της.
Μάλιστα τις είχε όλες ονοματίσει
ονόματα παρελθόντα, παρόντα και μέλλοντα
ονόματα που είχαν απορυθμίσει τον σκληρό πυρήνα
των κυττάρων της.
Είκοσι ολόκληρα χρόνια ούτε στιγμή δεν τις είχε αποχωριστεί
ήταν οι μοναδικοί της συγκάτοικοι, ξέρεις η συνήθεια πάντα
κλείνει μια βιαιότητα.
Σήμερα όμως έπρεπε να βγει από το σπίτι,
υποχρεώσεις που δεν είχε προβλέψει θα την κρατούσαν για λίγο μακριά.
Σαν έφτασε η ώρα του αποχαιρετισμού στάθηκε μπροστά τους
γονάτισε, ζήτησε συγνώμη.
Οι μάσκες ακίνητες σαν να μην άκουγαν, σαν να μην έβλεπαν.
Το τρένο όμως θα έφευγε, κι ήταν το τελευταίο…
Δεν μπορούσε να τ’ αναβάλλει, το ταξίδι ήταν πολύ σημαντικό.
Λίγο πριν βάλει το κλειδί στην πόρτα, ένα πράσινο φτερό
παπαγάλου την εμπόδισε να μιλήσει.
Ξέρεις, τα τελευταία λόγια μετρούν, είναι αυτά που υπαγορεύουν οι θεοί
Οι μάσκες όμως είχαν εναντιωθεί, πήραν τη φωνή της, έμεινε βουβή.
Πειθήνια ακολούθησε το δικό τους δρόμο, μήπως
θα έπρεπε ν’ ακολουθήσει και τη δική τους στάση;
Οι μάσκες λοιδορούν τα κομπολόγια των εκλιπόντων ποιητών
Το ήξερε... πώς λάθεψε;