Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2022

Όταν ξυπνούν τα αγάλματα

Θα έρθει μια μέρα που κοντά μου θα 'ρθεις,
στα χέρια σου θα κρατάς ένα ματσάκι από υάκινθους 
κομμένους από τα αλώνια του ουρανού.
Θα χαμογελάς σαν παιδί που στις ράγες βάζει 
το τελευταίο βαγόνι απ' το τρενάκι του και σύνθημα 
του δίνει να ξεκινήσει.
Επιβατικό τρένο με χαρούμενα πρόσωπα νεανικά.
Οι άντρες θα φορούν ψαθάκι στο κεφάλι, κόκκινα 
παπιγιόν και στο πέτο θα φέρουν καρφιτσωμένη 
μια πελώρια ταριχευμένη πεταλούδα.
Θα νιώθεις πως κάποια στιγμή την βαρύτητα θα νικούν 
και σε ένα φτεροκόπημα δίνονται με ελαφρωμένη 
την ψυχή.

Οι γυναίκες πολύχρωμα θα φοράνε βέλο, δαντελένια 
γάντια θα καλύπτουν τα χέρια τους ψηλά ως τους αγκώνες
και στα μαλλιά θα έχουν περίτεχνα καρφωμένα 
πλούσια πέπλα στο χρώμα της άμμου.
Θα νιώθεις πως από την θάλασσα βγήκαν ανεβασμένες 
πάνω στην πελώρια ουρά των γοργόνων.
Αρμυρά θα έχουν τα χείλη, κόκκινες τις παρειές και 
απ' του έρωτα θα έχουν βγει τον στρόβιλο και  
στους θεούς θα έχουν χαρίσει τα πάναγνα σώματα τους.

Το τρένο αργά θα τσουλάει και κυκλωτικές θα κάνει 
κινήσεις κι έναν μόνο θα έχει σταθμό που αέναα θα 
απομακρύνεται, το ταξίδι τους τέλος να μην έχει ποτέ.
Αποσκευές θα κρατούν αμφότεροι στα χέρια.
Μεγάλες κίτρινες βαλίτσες με μαύρα χερούλια.
Στο εσωτερικό τους δεν θα βρεις αλλαξιές μήτε 
μαύρα λουστρίνια ή μαντήλια διάφανα και βεντάλιες 
ταρταρούγας. 
Εκεί μόνο αρώματα βαριά θα βρεις, αστερόσκονη,
προτομές ποιητών και πένες στα χρώματα 
του ουράνιου τόξου.

Σε αυτό το τρένο επιβαίνεις κι εσύ με το λινό σου 
ατσαλάκωτο κουστούμι και τη δέσμη των λουλουδιών.
Χρόνια σε παρακολουθώ και φιλήματα σου στέλνω.
Στο σταθμό σε καρτερώ κι όλο κοντά μου βρίσκεσαι 
κι όλο μακριά μου φεύγεις χαμογελώντας.
Τον σταθμάρχη παρακαλώ νεύμα να δώσει 
στον σταθμό να κατεβείς τα δώρα μου να πάρεις.

Ωραίους μαρμάρινούς κούρους και πελεκητές 
κορασίδες με μακριές πλεξούδες.
Εγώ ο ακούραστος γλύπτης. 
Εγώ άυπνη να δουλεύω το καλέμι.
Εγώ με σκονισμένα τα βλέφαρα να σε προσμένω
με ανοιχτωσιά στην ψυχή 
Χρόνια πολλά στόλιζαν το σπίτι μου μα τώρα το 
αποφάσισα σε εσένα θυσία και τάμα να τα χαρίσω.   
Δεν μπορεί παρά να δελεαστείς και το φρένο 
να τραβήξεις ξεγελώντας τους συνεπιβάτες σου.
Σε περιμένει το παιδί με την πλαστική σφυρίχτρα 
στο στόμα ανυπομονώντας το χέρι να του σφίξεις.
Σε περιμένω κι εγώ με τα μαντήλια μου και τα 
ποιήματα μου που για εσένα έχω αποκλειστικά γράψει.
Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου στην κλίνη μας 
να γύρεις και απ' τον ίλιγγο να ξαποστάσεις.
Με αστερόσκονη τα σεντόνια του έρωτα να καλύψεις 
και με σχέδια πολλά να τα κεντήσεις, ωραίος ανάμεσα 
στους κούρους και στις κορασίδες να χαμογελάς και
πνοή να τους χαρίζεις.