Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013

εις μνήμην



                                            Στο δικό μας παιδί τη Σάρα 

Πρώτα δηλητηριάστηκαν οι τρύπιες παντοφλίτσες του
Σαντάλια θα τα έλεγες σαν αυτά που φορούν
Οι αρχάγγελοι που τον ύπνο του συντρόφευαν τις νύχτες
Πρώτα αυτές λιποθύμησαν
Χάρισμα της μάνας του απ' τον προηγούμενο Δεκέμβρη
- στων Χριστουγέννων την ελατοκορφή στολίδι -
Ένα δώρο καρδιάς χωρίς φιογκάκια κι ασημένιο περιτύλιγμα
Περιττά κι επίπλαστα δεν θα τους ταίριαζε
Στα παζάρια που το αγόρασε βλέπεις οι αλήθειες κι οι πόνοι
Είναι πάντα γυμνές κι αναλλοίωτες στο ψιλόχιονο της εγκαρτέρησης
Στα παζάρια της φτώχειας όλα ανθρώπινα και μεγαλειώδη
Γιατί εκεί μάθε το καλά
Δεν διαπραγματεύονται τίποτα άλλο παρά μόνο μια δέσμη χαμόγελα
Που οι καρδιές τα αναγορεύουν σε υψηλά ιδανικά
Ιδανικά που οι πουπουλένιοι από υπάρξεως κόσμου αποποιούνται!

Ύστερα δηλητηριάστηκε το λουλουδάτο του φόρεμα
Πέπλο θα το έλεγες που ακριβονύφη το φόρεσε
Στης γιορτής της τα ανθοστέφανα
Ύστερα αυτό λιποθύμησε
Χάρισμα του έαρος και της αγαπημένης του Περσεφόνης
Αισθαντικό φόρεμα πλήγιαζε στο κρύο σαν κομμένος σταλαγμίτης
Κι ήταν μακριά η Άνοιξη να του παρασταθεί
Να αποκόψει λουλούδια ζεστά χλόη στεγανή ήλιου εσθήτα να φέρει
Να το σκεπάσει
Να το ενδύσει
Να το ζεστάνει με το άγιο της χνώτο
Κι ήταν μακριά η Άνοιξη χέρι ζωής να απλώσει στη φλέβα του
Κι ήρθαν του χειμώνα οι ορδές κι ύστερα έφτασαν οι σιδεράνθρωποι
Με τις φρικτές πανοπλίες και μαζί τους το πήραν
Πριν ακόμα μπορέσει να ξεστομίσει την πικρία του μυστικού του στον δικό του Θεό!

Και στο κατόπι τελευταίο δηλητηριάστηκε το πλεκτό του σκουφάκι
Όστρακο θα το έλεγες απ' τις απάνεμες θάλασσες της πατρίδας
Που μια καλοκαιριά η παλίρροια το ξέβρασε στην ακτή
Στο τέλος αυτό λυποθύμησε
Χάρισμα της εκατόχρονης γιαγιάς του σε πλέξη κοτσίδα
Σαν εκείνη των πειρατών που άμαχους δεν άγγιξαν μόνο πραμάτειες πήραν
Γαλαζοπράσινο σκουφάκι
Με μια μικρή τρυπούλα να εισβάλλουν
Ανεμπόδιστα τα παιδικά όνειρα κι οι μνήμες του αίματος
Αίμα άλικο και λαθραίο όπως το βάφτισαν οι κρατούντες
Ίδρωνε από τρόμο και ξενιτιά το μικρό κεφαλάκι
Δεν λυγούσε όμως μυρτιά παιρνούσε στο αυτί και κρυφογέλαγε
Γαλαζοπράσινο σκουφάκι
Λίγο στραβό στην δεξιά πλευρά
Κι αυτό ήταν το σημάδι - πως να το κρύψει;
Αυτό ήταν το μοναδικό τρωτό σημείο
Κι εκεί χτύπησαν οι αχυράνθρωποι και μαζί τους το πήραν παντοτεινά
Ταξίδι του έταξαν να το ξεγελάσουν οι υστερόβουλοι
Εκεί χτύπησαν με μονοξείδιο βόλι το γάζωσαν
Δάκρυ δεν βγήκε γιατί από πριν είχε στεγνώσει
Πάνω στα μύρτα και στην αγριελιά ασημένιο σαν σήμαντρο
Κι έμεινε η μάνα χαροκαμένη να απελαύνει τους γόους της
Στα κρύα χώματα και στους βάλτους της γης άγρυπνη ανέστια και δέσμια!

Επ αφορμή το θάνατο του 13χρονου κοριτσιού
που ήθελε να ζεσταθεί με μαγκάλι
ελλείψει ρεύματος κι έσβησε απ' τις αναθυμιάσεις!

Δημοσιεύτηκε στην ποιητική σελίδα "Ποιητές του κόσμου"
που διατηρεί ο ποιητής Στρατής Παρέλης
http://poihshkaipoihtes.blogspot.gr/2013/12/blog-post_4157.html
Όπως και στο ΕΚΦΡΑΣΟΥ της αγαπημένης φίλης Κικής 
http://ekfrastite.blogspot.gr/2013/12/blog-post.html#comment-form