Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

Μέθεξη (ή πως να θητεύσεις στο άχρονο)



1
Σπαρτά παντού
Να δένουν αρμούς διχτυωτούς
Με το αργιλώδες χώμα
Δέντρα ευθυτενή που λες
Και λάμνουν στον αέρα
Με κλώνους φτερωτούς
Μυστήριο της ώχρας δονούμενο
Να αποκαλύπτεται στους μύστες με τα γυρτά μάτια
Καμμένος ο πάπυρος της Σταύρωσης
Σκιρτά και πάλλεται στης δρυός το αναλόγιο
Ανακόλουθες οι σκέψεις να συνθλίβουν
Το ακούραστο διαρκές...
Μονάχα ένα παράθυρο διπλά μανταλωμένο
Που σαν το ανοίξεις λίγο
Σφιχτά αγκαλιάζεσαι με το Θεό των Νεφελών!

2
Κρωγμοί παντού
Κιτρινοπράσινο φτέρωμα
Του παπαγάλου
Που έμαθε την "καλημέρα" να λέει
Σε υπαίθριες αγορές
Και κοντά σε πλανόδιους θιάσους
Κλουβί σπασμένο
Δάσος σιδερικών
Κι ο ουρανός μαβής
Μην πλησιάσεις την λέξη των λυγμών
Μην την ξεστομίσεις
Αύριο ανοίγει ο κόρφος των γυναικών
Και στη γη καταφτάνει ο άγγελος
Με της πρωίας το μήνυμα γραμμένο στο δεξί του φτερό!

3
Λάμψεις παντού
Χρυσός ο ορίζοντας
Ξιφουλκεί τα κρύα μνήματα
Μαρμάρινη η κόρη
Πιάνει φιλίες και φλερτάρει
Με του κυκλάμινου την ιώδη συστολή
Αναφλέγεται αίφνης ο θρόνος της πέτρας
Χρυσός προβάλλει ο κόσμος
Στα μάτια της μικρής ερωμένης
Ιριδισμοί - πένθος της σκληρής ώχρας
Ζεστά κάτοπτρα να θάλπουν
Φωτοσκιάσεις στα καλντερίμια
Περνάει ο αμαξηλάτης
Με τα πράσινα μάτια
Μοιράζει πανέρια με υακίνθους
Ξυπνά η κόρη περιπαθής να τον προϋπαντήσει
Η Άνοιξη φρουμάζει στους λειμώνες
Χαίτη πολιορκημένη απ' το φως
Αναμετράται με την μέθεξη
Της πρωραίας χαράς και του έρωτα
Δεν νικιέται δεν νικά
Παραδίδεται άλκιμη λιχνίζοντας
Το θαλασσί του αγέρα σε τουλίπες ισχνές
Στο σταυροδρόμι σκοντάφτει
Βαριά η οπλή του αλόγου
Βασιλεύει πλούσια η σιγή της χλόης
Νεράιδες ξυπνούν και θητεύουν στο άχρονο
Κοντράρονται με τα αγκάθια
Και απ' τους ποταμούς ασημένιες
Ανεβάζουν τις πέστροφες
Να τις προσφέρουν θυσία στην οργή της δρακομάνας!

4
Χρώματα παντού
Ουράνια τόξα διπλά
Να απομυζούν το λαγήνι του ήλιου
Σε κοιλάδες ιστορούμενες
Από αυτόχειρες ποιητές
Στέκεις στο φρύδι του γκρεμού
Κάτω απλώνεται η χαράδρα
Με άσπρα και κίτρινα κρινάκια
Κεφάτες λαδανιές
Κι άγριες ορχιδέες
Μεταλαμβάνεις λυτρωμένος
Το σώμα και το αίμα του φωτός
Απ' τα σπλάχνα του Αχελώου
Στου Μάρτη τους διάστικτους ουρανούς
Πλουμιστοί χαρταετοί παρελαύνουν
Χέρι - σχοινί να ανεβαίνει
Η ψυχή στα ύψη
Και στις νεφέλες τον όρκο να δίνει
Της σιωπηρής των ονείρων επανάστασης
Σε παλέτες λαμπρών χρωμάτων
Βυθίζεται ηδονικά της πνοής το πινέλο
Σχέδια με την αχλή της ζωής
Αναπάλλονται στον καμβά
Προσωπογραφίες των υδάτων ρευστές
Καθρεφτίσματα κύκνων πριν την ένωση
Ματαιόδοξα χαμόγελα καλλονών
Χρώματα αναρριχητικά παντού
Να παίρνει το παιδί στη παλάμη του μέσα
Και ευθύς ο κόσμος να γεμίζει
Κλώστρους και πλοκάδια ανεβατά της αγάπης κλήματα!