Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2023

Η άγνωστη φύση των ποιημάτων

Τις νύχτες επιθεωρώ τα φτερά μου
και βγαίνω στην χώρα της ποίησης.
Τσακισμένα κάποτε τα βρίσκω και
τα μπαλώνω με τη χρυσοκλωστή
του σύμπαντος.
Είναι ο λόγος αυτός που λάμπουν
και από ώρες μακριά ξεχωρίζουν 
σαν τα νυχτερινά φώτα μιας πολιτείας
βυθισμένης στα πλάτη της θάλασσας.
Άστρα μου δίνονται πολλά κι η σελήνη
στο σκάφανδρο της με αφήνει να μπαίνω.
από εκεί να απομυζώ χρυσάφι.

Καλοκυρά η νύχτα με γνοιάζεται και
μου προσφέρει το ζεστό της από
τα εφήμερα όνειρα αίμα.
Βάφονται τα χέρια μου χρυσαφιά και
κόκκινα μα κανείς δεν τα βλέπει.
Κι αν στο διάβα μου κάποιον συναντήσω
ξέρω να τα κρύβω στα συρτάρια της καρδιάς.

Αποφεύγω τους πλατιούς δρόμους ποτέ
δεν μου άρεσε η κοσμοσυρροή.
Η νύχτα αυστηρούς μου βάζει όρους στο
παιχνίδι που ξεκινώ μαζί της.
Τους ακολουθώ και πάμπλουτη με ορίζει
αδερφή της όταν τα ακριβά δώρα της δέχομαι.
Δεν είναι εύκολο πράγμα να επιθεωρείς
την ψίχα του ποιήματος και τα φτερά να
ανοίγεις χωρίς να ακουστείς.

Κοχλαστό το αίμα ζεματάει κι ο χρυσός
βαρύς είναι δυνατά θέλει μπράτσα και
χαμηλωμένο βλέμμα για να καρπίσει το
ποίημα.
Με τα ονειρικά φτερά μου έξω από τα
ανθρώπινα πηγαίνω και σε κάστρα
ετοιμόρροπα καταλήγω καθώς μόνο
εκεί η νύχτα ξαπλώνει παρέα με τους
εραστές της.
Μύρα έχει δίπλα της, λουλούδια φορά
στο κεφάλι άγνωστης προέλευσης και
τα πακέτα των ονείρων ετοιμάζει προς
τους επίλεκτους της να τα στείλει.

Μέσα από αυτά τα εύθραυστα πακέτα την
γνώρισα παιδί ακόμα όταν μονάχη στο
ανατολικό μπαλκόνι ξενυχτούσα κι ήρθε
και με βρήκε συνωμοτικά να μου πει λόγια.
Από εκείνη την στιγμή μύρα έχω στους
κόρφους μου, με αθάνατα λουλούδια
είμαι στολισμένη και ονείρατα υπερκόσμια
στα ράφια μου στοιβάζω.

Μόνο που τα χέρια μου κοίτα καμένα είναι
από τις φωτιές των άστρων και της σελήνης
το καυτό ηφαίστειο.
Εγκαύματα βαθιά πυορροούν, τα φροντίζω
και στον κόσμο τους εισχωρώ το στάχυ
του ποιήματος να θερίσω.
Πάνω στις πληγές αυτές φύτρωσαν
αργά τα φτερά μου με αυτά να ταξιδεύω
στο φευγαλέο μακριά από μικρότητες κι από
το ζιζάνιο του εφικτού που μόνο κλειστές
γνωρίζει φτερούγες.