Με το σκεβρωμένο σώμα
Ανάσες κι ασπρόμαυρα στιγμιότυπα
Μελαγχολικών εραστών μελετώ
Πεντάγραμμο μιας μόνο ζωής
Φιγούρες και ζευγάρια με ηδύποτα στο χέρι
Λικνίζονται στο βαλς της δικής μου ψυχής
Παντοδύναμο το χειροκρότημα
Αναπνέω!
Μια απουσία διάχυτη πλαισιώνω
Κίτρινα τα φώτα και το βέλο της νύχτας
Λουστραρισμένο προσκρούει πάνω στο φιλί
Του ερωτευμένου Φαροφύλακα
Μια απουσία άχρονη αναβοσβήνει
Τραβώ τις κουρτίνες
Πάμφωτη η αυλαία προβάλλει το πορτρέτο του
Δες, πως ανοιγοκλείνει το μάτι
Στο τοκετό της Δύσης...
Χαρτογραφώ μιαν επίκληση στον πόνο
Της ασυλίας
Ανάστατη γραφή με επίθετα και ρήματα
Κι ουσιαστικά μου κρυφομιλούν
Αναπνέω
Δεν αρκεί!
Τι κι αν φαντάστηκες πως στην οροφή
Του πενταγράμμου ερωτοτροπούν τα ζευγάρια της λίμνης
Εκεί εχτές-θυμήσου- σκόνταψε το μυτερό πιγούνι
Της αμφίβιας Μάγισσας
Άραγε πως κι επέστρεψες;
Με εκείνα τα μουσικά κοχύλια αλιευμένα πρόχειρα
Από τη ζερβή σου τσέπη
Σκεβρωμένο το πιάνο κι ο έρωτας να συγκατοικεί
Στο ημιτόνιο διαμέρισμα της γελαστής Μπαλαρίνας
Μια σκιά μαύρη τέμνει την ουρά
Του μοναδικού χαρταετού της
Βρες το δρόμο σου
Πείνασε η νύχτα τα υγρά πέλματα
Της δικής σου τεφροδόχου, την ώρα
Που η Μπαλαρίνα κι ο Φαροφύλακας
Έκλειναν το πρώτο τους ραντεβού
Της δικής σου τεφροδόχου, την ώρα
Που η Μπαλαρίνα κι ο Φαροφύλακας
Έκλειναν το πρώτο τους ραντεβού
Κρυφοκοιτάζοντας νήματα ομίχλης να δακρύζουν
Βγάλε το καπελίνο σου σίγησαν τα πλήκτρα ξαφνικά
Κι η παρτιτούρα βούρκωσε τραυματισμένους κύκνους
Βιάσου!
Μουδιασμένη χάσκει η κερκίδα
Βγάλε το καπελίνο σου σίγησαν τα πλήκτρα ξαφνικά
Κι η παρτιτούρα βούρκωσε τραυματισμένους κύκνους
Βιάσου!
Μουδιασμένη χάσκει η κερκίδα
Πάνω από έφιππες αόμματες
Μελωδίες
Άραγε πως επέστρεψες;
Μελωδίες
Άραγε πως επέστρεψες;