Το επιτοίχιο ρολόι έδειχνε μεσάνυχτα
Σταθεροί λες οι δείκτες του για ώρα
Τι να περιμένεις
Όταν χορεύει εμπρός σου η απουσία με τον τυφλό ιππότη;
Απλά σιωπάς στρέφοντας το βλέμμα χαμηλά
Στοχεύοντας απέλπιδα
Σε υποθετικά πρόσωπα
Σε ημιτελή έργα
Σε σπάταλες αντιθέσεις
Που σε κρατούν δεμένο στα ψεύτικα τοπία του χτες
Ξεφύλλισες το παραμύθι
Βρήκες την χαρακιά στο οπισθόφυλλο
Αυτήν που απερίσκεπτα χάραξε ο πατέρας
Πριν φύγει για ένα ταξίδι στα βουνά της λαγκάδας
Δεν επέστρεψε
Έμεινε η χαρακιά να τον θυμίζει
Ειδικά τις νύχτες που το φεγγάρι έστεκε ακίνητο
Σαν να περιέθαλπτε τους τραυματισμένους αναρριχητές
Είπες να γράψεις ένα ποίημα αλλιώτικο
Να μιλά για θαλασσινά λουλούδια
Για αποσκιερά μέρη για ναυάγια ανεξερεύνητα
Σε εικόνες να κλείσεις ένα κόμπο πίκρας
Δεν μπόρεσες
Ίσως να έφταιξαν τα δάκρυα σου
Ή το μολύβι που δεν βρήκες στην τσέπη του πεθαμένου
Παρετήθηκες
Πως να γράψεις με μάτια ασθενικά
Κι άδειες μνήμες;
Φοβήθηκες την άσπρη σελίδα οπισθοχώρησες γελώντας
Κι έκλεισες την πόρτα μη δεις της νύχτας τα ιερογλυφικά
Να σε διώκουν με τις χίλιες τους γλώσσες
Σε λίγο χαράζει
Το φως θα διαπεράσει την πλάση
Τι ωραία που θα χρωματιστούν οι βυθοί
Κι οι γοργόνες θα πάρουν ξανά το ροδαλί στις παρειές
Αυτή η νύκτα κράτησε πολύ
Λες κι είχε χαθεί στο δάσος
Μαζεύοντας πευκοβελόνες για στολίδια
Τώρα κουρνιάζει στα σεντόνια
Πλέκει τα κόκκινα μαλλιά της
Μιλά για έρωτες ατελέσφορους
Φτιάχνει θεσπέσια γλυπτά προσωπεία
Σε λίγο χαράζει
Κι εγώ σε κρυστάλλους θα κρύψω τα χρώματα
Που αναδύθηκαν στο πρώτο μας άγγιγμα