Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2024

Τα δάκτυλα του ερέβους

             .                 Στον Άκη

Διψάσαμε για λίγο σκοτάδι.
Εμάς τον χρόνο μας εδώ
τον διέπει ένας απαστράπτων
ήλιος. 
Δεν βρίσκουμε τρόπο
να κλείσουμε τα βιβλία
με τα παμπάλαια μυστικά
και να πέσουμε πάνω στο 
χώμα να κοιμηθούμε ύπνο
υγιή. 

Όλα σημαδεμένα από το φως.
Κιτρίνισαν οι σελίδες μας, 
τα χέρια μας γέμισαν πανάδες
και τα μαλλιά μας ξεστάχιασαν
από την αλμύρα και τις αχτίδες. 
Τα χωράφια γύρω μας είναι
σπαρμένα μόνο με ηλιοτρόπια.
Τόσο πολύ κίτρινο πονάει.
Πουθενά δέντρα να κυλήσει
ο ποταμός και το ρυάκι, να
ξαποστάσει ο κισσός που
έρπει κλαίγοντας για χρόνια. 

Ποθήσαμε το σκοτάδι του πηγαδιού. 
Κάναμε προσευχές, τάματα,
δεήσεις και στείλαμε τα αγόρια
μας στο άγιο βήμα να πάρουν 
τα ευαγγέλια και τα ιερά σκεύη
μήπως και εξαφανίσουμε
αυτό το ωχρό πρόσωπο
του ταχυδρόμου που περιέπεσε
στο σφάλμα της κλοπής. 
Δεν τα καταφέραμε, ασφυκτιούσαμε. 

Ψιχάλισαν τα μάτια μας
ερωτικές λέξεις που ο νους
δεν τις συγκρατεί να έρθει 
η νύχτα να τις διαβάσει. 
Ήταν η τελευταία μας ελπίδα.
Στα μανουάλια μας δεν βάζαμε
πια κεριά παρά μονάχα
τα δάκτυλα του ερέβους.
Σκοτείνιαζε λίγο και μας
άρεσε, χαμογελούσαμε.

Αρχίζαμε να καταλαβαίνουμε
τα άλεκτα γράμματα που
δεν μας παραδόθηκαν ποτέ.
Ευχαριστημένοι υποδεχτήκαμε
την πρώτη νύχτα της ζωής μας
κι ήταν νύχτα γάμου
σαν αυτή των παππούδων μας
με τις χοντρές προκαδούρες
Αποκοιμηθήκαμε κάτω από
τον ήχο και νιώσαμε 
ζωντανοί μετά από καιρό, 
ζωντανοί και επηρμένοι. 
από τα σκουρόχρωμα μας
πέπλα.