Έκλεισε τη μπαλκονόπορτα
και στένεψε ο χώρος.
Στένεψε το σαλόνι με τα έπιπλα,
οι κρεβατοκαμαρές με τα μπρούτζινα
κρεβάτια, η βιβλιοθήκη με τα
σκονισμένα βιβλία και το κουζινάκι
που έψηνε τον καφέ
Στένεψαν όλα απελπιστικά,
μα πιο πολύ στένεψαν οι τοίχοι
με τις θλιβερές κορνίζες.
Δεν χωρούσαν άλλο, πήραν λοιπόν
και σωριάστηκαν όλες στο δάπεδο.
Σκοτεινά τα τοπία τους.
Ούτε μια υποψία φωτός στα σχέδια τους.
Τότε στένεψε και σκοτείνιασε κι άλλο
ο χώρος.
Πνίγονταν.
Έπρεπε σαφώς να βρει μια λύση
Πήρε το χρησιμοποιημένο πινέλο
με την κίτρινη μπογιά και ζωγράφισε
ήλιους, πολλούς ήλιους, έναν σε καθένα
ένα από τους πίνακες.
Και τότε άνοιξε ξάφνου ο χώρος, φωτίστηκε.
Το σπίτι πήρε τις αρχικές του διαστάσεις.
Ανέπνευσε βαθιά και κρέμασε τα κάδρα
στους τοίχους.
Έξω είχε πλέον νυχτώσει μα εδώ ήταν
όλα φωτεινά
Το φαινόμενο αυτό κράτησε για τριάντα
μερόνυχτα όσα και τα κάδρα στους τοίχους.
Αν δεις ένα σπίτι ολοφώτιστο μέρα νύχτα
είναι το δικό μου.
Έλα δίχως άλλο τα σκούρα σου μάτια
χρειάζονται κάμποσο ακόμα φως
για να βλέπουν τα θαύματα.