Κι ήρθαν οι ποώδεις ημέρες
Κι ανέμενα την παρουσία σου
Στο λιθόστρωτο επίσημα
Με ακολουθούσε ένας αγριόκακτος
Τα τσίγκινα μάτια του αρότρου φλέγονταν
Από χρυσαλίδες ώρες
Πολύζηλοι ωκεανοί ξεπέζευαν
Τα οράματα του συμπαντικής αρμύρας
Μέσα στο φλασκί της γης είχες κρύψει
Τα ματογυάλια σου και μια χρυσόμυγα
Που πετάριζε μοναξιά
Ροκανίζω το χρόνο μου είπες
Με τα φτερά δόντια του Ερμή
Ποτέ δεν διάλεξα το σπίτι
Με την αγριοτριανταφυλλιά
Απλά μου δόθηκε σαν Μάης
Είχε ασημένια αγκάθια
Και μια δυσβάσταχτη μυρωδιά
εξέπνεαν τα ρόδα της
Πιστεύω στα θαύματα μου είπες
Και τις μυρωδιές της γης
Κρατώ σφιχτά σαν χαλινάρι
Ειδικά αυτές του δειλινού
Ή την ώρα του αποσπερίτη
Όταν μυρμηγκιάζει στην πλάτη μου
Το πρόσταγμα της ζωής
Συγκαλύπτω τους θησαυρούς μου
Και λίγο - λίγο ανεβάζω
Τις κλειδαμπαρωμένες ομπρέλες
Των μανιταριών
Ακούω τραγούδια
Και περιχαρακωμένες σονάτες
Καθισμένος πάνω στον εξάγωνο κορμό
Σκουντώντας ένα πολυμήχανο ελατάκι
Κι ήρθαν οι ποώδεις ημέρες
Και είχες φανεί
Σπρώχνοντας ένα αναπηρικό καροτσάκι
Η κοπέλα της βιτρίνας έκλαιγε
Με ολοφυρμούς
Οι οιμωγές των άστρων
Έφταναν από πολύ μακριά
Σκέψου τον μπλε διάδρομο του νοσοκομείου
Γεμάτο αστέρια σου είπα
Μες την αίθουσα του χειρουργείου
Να ανταγωνίζονται τα ψαλίδια
Στις αίθουσες και στους διαδρόμους
Σε αγαπώ με το σαπισμένο
Κίτρινο φως των λαμπτήρων
Πάντα ξεχνούσες τις εξετάσεις
Με τα σκιερά κύτταρα του εγκεφάλου
Έφυγες νωρίς κι η συνταγή χάθηκε
Όταν ανοίγω το συνταγολόγιο
Βρίσκω μια δική σου λευκή τρίχα
Και κουβεντιάζω
Συσπώνται από ζωή τα γόνατα
Και οι παλάμες μου χτυπούν
Σε ρυθμούς αφρικάνικους
Νιώθω καλά που σε βρήκα
Κι ανοίγω το στερεοφωνικό
Στόμιο του χειμώνα
Επιβλέπω τις στάχτες σου, το κρεβάτι σου
Τα ρηγματωμένα σου νύχια
Η γλώσσα σου ανεβάζει στρατιές υδροκυάνιου
Κατά διαστήματα σου απευθύνω τον λόγο
Ξεχνώντας παράδοξες μηχανορραφίες
Γράφω μια επιστολή
Και την ρίχνω στην τσέπη σου
Ούτε με ακούς ούτε με βλέπεις
Θα ζήσω στα βράχια στο είχα προεξοφλήσει
Με μόνη παρέα έναν αδύναμο πουνέντε
Τις γραφές να φυλάς από εκείνο το αριστερό δάκρυ
Που επιμένει να αναστηθεί
Τις γραφές και τις ρυτίδες του κίονα
Ποτέ εσύ μη παραδόσεις
Εκεί όταν οι ποώδεις ημέρες
Θα στραγγίζουν τα ρινίσματα των γλάρων
Αναγεννημένη θα τρέφομαι μόνο με ροδανθούς
Και σεμνές πασχαλιές
Στα χέρια μου θα κρύβω μια αμπούλα
Από τα ολόδροσα πηγάδια της σελήνης
Αυτή μόνο θα σου χαρίσω
Και ξέρεις γιατί
-Αποστάλαγμα για να λαμπρύνω τις μέρες σου-
Ήρθε ο καιρός της περιπλάνησης
Του πολυδύναμου τσίρκου
Σκοτεινιάζει και κατεβαίνω στα βρύα του νου σου
Πριν καρτερέψεις τον ρόγχο κρύψε το αδράχτι της οξιάς
Και τη βέρα του αλουμίνιου στην πίσω κάμαρα
Ή στο αγροτεμάχιο που εκεί ενταφιάσαμε
Το σκληρό ράμφος του δρυοκολάπτη
Μη καταδεχτείς καμία συναλλαγή
Με τον εχθρό της πέτρας
Στις ποώδεις ημέρες γλίστρησε
Το διπλό μάτι της αμφιλύκης
Είναι ο οιωνός που περιμένω
Χρόνια τώρα
Μόνο μη γελαστείς από τις βουερές
Συνάξεις των ταράνδων
Θα είμαι εκεί με ένα διαμελισμένο μωρό
Στην αγκαλιά
Για να σου μάθω τους ανώδυνους
Κράχτες της δρυός
Στο ερύθημα της αμφιλύκης
Οι ποώδεις μέρες επωάζουν
Το κίτρινο δάκρυ του κάστορα