Κυριακή 9 Ιουνίου 2024

Ο χαρταετός

Ευτυχώς που πριν το
φευγιό σου μου άφησες
πίσω για κληρονομιά βαριά
τα πολύτιμα χέρια σου.
Με αυτά νίκησα τη μοναξιά
κι έμαθα γρήγορα πως
να σπάω το σκληρό
περίβλημα του πόνου.
Στην κοσμηματοθήκη μου
τα έβαλα προσεκτικά
μαζί με τα μαλάματα της
μάνας.
Τα χέρια σου αγάπη και
τι δεν μου έμαθαν, τι δεν
μου δίδαξαν και από πόσους
εφιάλτες δεν με προστάτεψαν
ωραία να κοιμάμαι στην
κλίνη του έρωτα χωρίς φόβους.

Σε έκταση τα άνοιγα
και πετούσα στα ύψη.
Ανάλαφρο πέταγμα πάνω
από λιβάδια στρωμένα
με ρείκια κι αινιγματικές
παπαρούνες.
Στεκόμουν προς στιγμή και
μάζευα δυο ματσάκια και
στην δύση τα πήγαινα
να έχουν τροφή και φόντο
οι ερωτευμένοι έφηβοι για
να χαμογελούν στη ζωή.
Δεν κουραζόσουν αγάπη
κι η ανάσα σου δεν κόνταινε
διόλου όσο κι αν μετεωριζόμουν
στον αιθέρα.

Σε πρόταση τα άνοιγα
και προχωρούσα στο φως.
Χαίρονταν η ψυχή και το αίμα
έβρισκε διέξοδο ανάμεσα
από κοιτάσματα οψιδιανού και
περλίτη.
Με πήγαιναν ταξίδια
σε χώρες νέες και σε
λιμάνια με επιβατικά πλοία
με έβγαζαν να κουνάω μαντήλια
και να μαζεύω το δάκρυ
του αποχωρισμού να μην
πονάνε τα ορφανά παιδιά
μόνα στις προκυμαίες.
Δεν λύγιζες αγάπη, δεν
κουραζόσουν, αντένες τα
χέρια σου μουσικά να ντύνουν
τον βίο των ποιητών.

Σε ανάταση τα άνοιγα
κι ακουμπούσα ουρανό.
Πλατιά χαμογελούσα
στους αστερισμούς,
στους αγγέλους και
στα πάλλευκα σύννεφα.
Εκεί ο κόσμος μου τώρα,
πλάι στο δικό σου και σιμά
στην εμπατή Του Θεού.
Στα θαύματα με πηγαίνεις.
Στα μετάξια με ντύνεις.
Νέκταρ με κερνάς και τα
ασφοδίλια απομακρύνεις
από τις θύρες των ναών.
Ιέρεια με χρήζεις σε μια
μελλοντική θρησκεία που
θα περιβάλλει με λατρεία
τα σαστισμένα χαμόγελα των
παιδιών που τους ξέφυγε
ο χαρταετός με την καλοζυγισμένη
ουρά κι ανέβηκε τ' απείρου
για να σε συναντήσει.