Στάλες κεριού έπεφταν
Στο σκαλιστό τραπέζι
Εκεί που συνήθιζες να ακουμπάς
Τα χειρόγραφα και τις κιτρινισμένες επιστολές σου
Ποτέ δεν χάλκευσες με μελάνι το λευκό επιστήλιο
Των φεγγερών ονείρων μου
Πλανιόσουν αβαρής και άμορφος
-Περίφραξη ατμώδης που τέμνει τον ύπνο
Και διαπερνά αισθαντικά τη χορδή της φλέβας -
Στο κορμί σου φύτρωσε μια συστάδα χεριών
Χέρια κεριά φλεγόμενα
Με τροχούς παλλόμενους
Δια ανατάσεως να με καταδικάζουν!
*
Το κέντημα ήταν ανεβατό με άνθη
Μη πεις πως το κέντησε η Μυρσίνη
Που έστεκε χαμογελαστή
Κι ανιγματική
Μπροστά στη μπαλκονόπορτα
Μια μέλισσα το κέντησε
Σαν είδε τα σπαρτά και τα άνθη της γης
Πυρπολημένα από πύρινους ακάνθους!
*
Ανοίγαμε λάκκους δίμετρους
Και με φτιαριές ατόφιο χρυσάφι
Τους σκεπάζαμε σταυρωτά
Εκεί μέσα θάβαμε τους βολβούς
Της πρωτινής αγάπης
Μιας αγάπης που μυστηριακά
Ένα φθινόπωρο ζήσαμε
Τώρα λάμνει ακυβέρνητη
Στους παφλασμούς του αίματος
Κουρσάροι την εσύλησαν
Μα δεν βγήκε ηττημένη...
Σπάθα αθάνατου να τρυπά οριακά
Το σύνορο της λαμπηδόνας!
*
Ξεσπορίζαμε καλαμποκιές όλη τη νύχτα
Ψάχναμε το καρπό
Που θα μας έδινε
Το πλούσιο πρωτόγαλα της Άνοιξης
Οργίλος αφρός και στάλες αλατιού
Έτριζαν στα χέρια μας
Ανηφόριζαν οι καρδιές μας
Ανήμπορες στα κίτρινα καλαμποχώραφα
Συλλέγαμε αμίλητοι και ευτυχείς
Σε πλατύστερνους αμφορείς
Δάκρυα αρχαίας σκουριάς
Και άλικο αίμα
Από τη σκοτεινή άλω της Δήμητρας!
Στον φίλο Νημερτή
http://nimertis.blogspot.gr