Κυριακή 27 Αυγούστου 2023

Ο επιστολογράφος

Τα μάγουλα σου όταν
βρέχονται με δάκρυα
γίνονται δυο λίμνες
απάτητες. 
Σε αυτές καταφεύγω
ερημίτης που λαχταρά
λίγη δροσιά κι ανάσα ζωής. 
Εσύ μου δίνεις το 
καλοτάξιδο σκαρί
με το αρχαίο όνομα. 
Εσύ μου δίνεις τα
κουπιά για να κωπηλατώ
ανάμεσα στα νούφαρα
και τις χαμηλές λυγαριές. 
Εσύ μου προσφέρεις τα
δίχτυα να τα ρίχνω βαθιά
και μια πλούσια να πιάνω
ψαριά. 

Η καθιστή ελιά που
έχεις στην αριστερή
σου παρειά νησάκι
γίνεται ξεκούραση
να μου προσφέρει
και παρέα όμορφη
στη μοναξιά μου. 
Εκεί τα βατράχια
κι οι κορμοράνοι. 
Εκεί οι λιβελούλες, 
οι σκνίπες κι οι
άμορφοι γυρίνοι. 
Πετώ μαζί τους, 
τραγουδώ και σάλτο 
κάνω από λειχήνα 
σε λειχήνα πριν
στο νερό καταλήξω
γυμνή από έγνοιες. 

Τα γυριστά ματόκλαδα σου
καλαμιώνες γίνονται
που διαρκώς θροίζουν. 
Το τραγούδι τους ζηλεύω. 
Με κοφτερό μαχαίρι
κόβω και φτιάχνω 
τα δικά μου πνευστά  
όργανα. 
Γεμίζει ο τόπος μουσικές
κι αντίλαλους. 
Μαγεύονται τα ψάρια. 
Τα νερά κυματίζουν
και τα πλατάνια της
όχθης ξυπνούν τα
αηδόνια ορχήστρα 
για να φτιάξω μαζί τους
τα πρωινά να
ακουστούν ορατόρια. 

Η καθάρια λίμνη μου εσύ. 
Το αγιασμένο νερό
εσύ κάθε που πέφτει
ο σταυρός πάνω του
και στο κύμα επιπλέει. 
Βουτηχτής γίνομαι
και τον πιάνω. 
Τα πλήθη γύρω
χειροκροτούν και
με επευφημούν. 
Ένα περιστέρι έρχεται
και κάθεται στο χέρι μου. 
Το χαϊδεύω. 
Το φροντίζω. 
Το ηρεμώ. 
Φίλο το κάνω και
ταχυδρόμο μου. 
Αυτό είναι που
θα μου φέρει την
είδηση που χρόνια πολλά
υπομονετικά περιμένω. 
Τη δική σου πολυπόθητη 
επιστολή με τις δύο
ζωγραφισμένες μας καρδιές 
στο περιθώριο.