Είπες απόψε θα βρέξει
Κι έφυγες
Χωρίς αδιάβροχο
Μόνο με το πουκάμισο ανοικτό
Σε ένα φως ανέσπερο
Δικό σου
Φυσάει κι από μακριά
Ακούγεται το σφύριγμα του τρένου
Έφυγες
Πρώτη σταγόνα πέφτει στο περβάζι
Σκεπάσου με το χνώτο
Της ώριμης σελήνης
Φεγγριστός να βγεις και ζεστός
Στα παράθυρα της πόλης
Που απόψε ο βοριάς συνέτριψε
Να ανατινάξεις το πυροτέχνημα και πάλι
Θα σε βρω
Αστράφτει κάπου στο βάθος του ουρανού
Μην αργήσεις
Μήνυμα στείλε
Πρόβαλε ο καβαλάρης στην αυλή
Κι έχει σβηστά
Τα πράσινα μάτια
Τη κόμη ματωμένη
Κι αδύναμα στα χέρια του κρατά
Τα γκέμια που στον γκρεμό
Παραδόθηκαν - διατομή θανάτου
Θα κρυώσεις
Έπιασε μπόρα ριγούν τα ρείθρα άσκεπα
Πάρε το πρώτο τραμ
Αχάραγα να γυρίσεις
Θα έχω νερό ζεστό
Για να πλυθείς
Κυκλάμινα στο ανθογυάλι
Τα ρόδινα μου πέλματα
Να τα διπλοφιλήσεις
Αχάραγα να γυρίσεις
Μου δόθηκε μια ώρα ακόμα
Πριν κινήσω τον μοχλό
Κι αμπαρωθώ στο γκρίζο
Σε περιμένω
Πλημμύρα παντού κλείνω τα στόρια με δέρμα τα σφαλνώ
Ήρθες
Ακροάστηκα το σφυγμό σου
Πάνω στον τοίχο
Ήρθες στην ώρα σου
Φλογίστηκαν οι μεταξένιες παρειές
Της σπασμένης μου βεντάλιας
Η βαλίτσα σφαλιστή
Στο κατώφλι
Το πουκάμισο ανοιχτό
Τα κουμπιά στα χέρια
Κροταλίζουν ρυθμικά
Στέκω στα νύχια
Σαν χτυπάς το κουδούνι
Δεν θα ανοίξω
Διπλό ουράνιο τόξο κι η οθόνη σβηστή