Όταν άνοιξε τη μπιζουτιέρα ανάμεσα στα
απολιθωμένα έντομα – κοσμήματα ανακάλυψε
μια χτένα γεμάτη λευκά και μαύρα αποχτενίδια.
Επέτεινε τη προσοχή της, θεώρησε πως λάθεψε,
ίσως να μην ήταν αποχτενίδια….
σαν κινέζικοι μεταξωτοί ιστοί έμοιαζαν.
Το μπαστούνι της γριάς αράχνης αναδιφούσε
αμφίσημα οράματα,
ίσως τελικά να ήταν μαύρα κουβάρια αχινών
πασπαλισμένα με το αλάτι των κορυφών.
Τα αγκάθια ξέρεις αποθηκεύουν κι αφορμίζουν
τα χέρια των αδαών φιλοτελιστών.
Μεγάλη τιμή δεν νομίζεις, να τους αποδίδουν
το τίτλο του συλλέκτη!
Συλλέκτες παντού, μανιώδεις συλλέκτες…
σπάνιων αγριοβατόμουρων
και ταγοί σπαραγγιών σε ακτινωτή διάταξη.
Βρίθουν οι επώνυμοι, πρόσεχε.
Υποθέσεις, αντιφάσεις πως τόσο εύκολα
ξεγελάστηκες από το πανίσχυρο αν;
Αποχτενίδια ήταν δίχως άλλο, υπάρχουν
και πειστήρια.
Μια μαύρη ψείρα με ελαττωματικό στόμα
που έφτυνε βλαστήμιες καθώς έχανε το
ασφαλές κουκούλι της μπιζουτιέρας.
Είχε βάλει στόχο να ξυπνήσει τους
απολιθωμένους της φίλους.
Μεγαλόπνοο το σχέδιο, εκ προοιμίου
χάθηκε η λέξη : αν…