Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2024

Ωδή στη νύχτα

Στον φίλο Γιάννη

Στη νύχτα δόθηκα από μικρή.
Νυχτοπούλι της ήμουν
κατά πως έλεγε η μάνα μου.
Αρνιόμουν να πάω νωρίς
για ύπνο και μπροστά στον
καθρέφτη της εισόδου
αρεσκόμουν να προβάρω
το ένα μετά το άλλο τα
βαρύτιμα λαμέ ρούχα της.
Προσηνής ήμουν μαζί της
κι αυτή ανοιχτοχέρα μεγάλη
κάτω από τα πέπλα της
με έμπαζε τα πρώτα να γράψω
παιδικά σκαριφήματα.

Μια φορά, το θυμάμαι καλά,
νύχτα γεναριάτικη ήταν και
στον κήπο ακουγόταν το συρτό
μοιρολόι του γκιώνη
παράτησε μπροστά στα σκαλιά
της καρδιάς μου ένα παράνομο
βλαστάρι της.
Καρπός ενός βίαιου έρωτα ήταν.
Το δέχτηκα πώς να το αρνηθώ;
Το υιοθέτησα και στα λιανά μου
χέρια δικό μου έγινε παιδί.
Ερμή το ονόμασα τα γράμματα
μου να παίρνει και να τα ρίχνει
μέσα στο γραμματοκιβώτιο
της αγάπης.
Έτσι με αυτό τον τρόπο
αγάπησα βαθιά όλους τους
ταχυδρόμους που κατά καιρούς
πέρασαν από το σπίτι μου.

Πολλούς είχα αγαπητικούς
πριν ακόμα ξυπνήσει η φύση
το ρολόι του σώματος.
Η νύχτα μου έδινε τα πέπλα της
σαν την Σαλώμη να χορεύω
μπροστά τους.
Αγάπησα κι αγαπήθηκα πολύ
χάριν αυτής και πολλά
αγγελικά έκανα μωρά
το πέπλο μου να κρατούν
να μην τσακιστώ στα καθημερινά
νυχτοπερπατήματα μου.

Και τι δεν έβρισκα στο διάβα μου
δεν λέγεται:
Διαμαντικά, εβένους, χρυσάφια,
ασήμια αλλά και την ηδονική
κρύπτη της ποίησης.
Δελεάστηκα και βαθύπλουτη
έγινα, σήμερα εδώ να μιλώ
για τις χάρες της
και καταθέσεις πολλές
να κάνω στο όνομα της.
Τόσους θησαυρούς τι να τους
κάνω αν μοναχή μου τους έχω;
Τα μωρά μου μεγάλωσαν
κι έφυγαν κι εγώ που ξέμεινα
από αγαπητικούς νυχτοπούλι
της ζητώ να γενώ ξανά.