Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2024

Ολιγόλεκτα

Τα ατρόμητα μάτια σου
τζαμάκι από φινιστρίνι
καραβιού που βουλιάζει
κι ο ναύτης δεν το
εγκατέλειψε ακόμα.

*
Τα σαρκώδη χείλη σου
πόρτα δίφυλλη ανοιγμένη
στο νοτιά που σαράκι δεν
την απειλεί και μόνο η
αλμύρα αφήνει πάνω της
το κέντημα να πέφτει.

*
Τα δουλεμένα χέρια σου
μπατανίες του τοίχου που
αντιστέκονται στον σκώρο
και να οδοιπορήσουν
ονειρεύονται στο επέκεινα
με οδηγό τα σκυλιά και
τους κυνηγούς.

*
Τα μολυβένια πόδια σου κοντάκια όπλων που πάνω τους ο ιδιοκτήτης τους χάραξε στίχους έτσι που τα πουλιά να μην φοβούνται και οι αυτόχειρες να μην δειλιάζουν μπρος στο στερνό αντίο.

Νυχτερινή έφοδος

 Νυχτερινή έφοδος

Φυσάει πολύ δυνατά απόψε
στα μέρη που αγάπησες,
δεν θα χρειαστείς τα καψαλισμένα
σου φτερά για να έρθεις.
Φόρεσε τα σκαρπίνια
του βοριά κι έλα να με βρεις.
Σου ετοίμασα πόλεις μαγικές
και χωριά πετρόκτιστα
για να κατοικήσεις.
Μόνο παιδιά ζουν σε αυτά
με τις μουσικές τους μπάντες.

Το παραμύθι με τον
αλαφροΐσκιωτο γίγαντα
έλα να τους πεις.
Ξαγρυπνούν για σένα.
Μουσικά σου φτιάχνουν
πεντάγραμμα τις νότες
να απλώσεις.
Κοκοράκια σου αγοράζουν
να γλυκαθείς.
Απίκραντα τα χείλη σου
πρόσφερε, φιλιά να σκορπούν
και με τραγούδια να γεμίζουν
τις κάτω ρούγες.

Κοίτα πώς οι καμινάδες
καπνίζουν ασταμάτητα.
Έλα να ζεσταθείς.
Πρόσεξε πώς τα παιδικά
αυτοκινητάκια βγήκαν
στους δρόμους.
Τα ταξίδια σου έλα και κάνε.
Δες πώς τα δέντρα αμέτρητες
κούνιες έριξαν το πηγαινέλα
της αγάπης να ασπαστείς.
Τα τραγούδια σου αμόλησε,
το χειροκρότημα για να εισπράξεις
απ' τις ανοικτές στον άνεμο
παιδικές παλάμες.

Σε αυτά τα μέρη τα νεόκτιστα
για σένα ήρθα.
Πλάι στα παιδιά εκτινάχθηκα
και ζω τιμωρώντας
τη μοναξιά των ποιημάτων.
Δεν έχεις τίποτα να φοβηθείς
εδώ.
Ουράνια της φαντασίας τόξα
ζωγράφισα να μην βραχείς.
Χρώματα της δύσης έκλεψα
να με αναγνωρίσεις.
Το άλογο του πατέρα
έζεψα για να καβαλικέψεις
πάνω στα μεγάλα γεναριάτικα
όνειρα μου.
Γενέθλιο κάνε με τόπο
κι εγώ ζεστή θα σου κρατάω
αγκαλιά σαν την φωλιά
του πελαργού που αψηφά
τους πανάρχαιους νόμους
και δεν εγκαταλείπει.