Τόσο πολύ ουρανό που ατένισα
απαρνήθηκα τα καστανά μου
μάτια και βάφτηκαν οι κόρες μου
με μπλε χρώμα.
Όλα γύρω γαλάζια τα βλέπω:
Το ποτήρι που πίνω το νερό μου.
Το τασάκι που σβήνω το τσιγάρο μου.
Τις άλλοτε κίτρινες μαργαρίτες κι
αυτές ακόμα τις πορτοκαλί πεταλούδες.
Μόνο τα μάτια σου από κατράμι που
με παίδεψαν δεν αλλάζουν.
Τρίβω τα μάτια μήπως και λαθεύω
μα τίποτα, όλα γαλάζια γύρω σαν
την θρυλική γάζα του ουρανού
που μου αποκαλύπτεται μέσα
σε ένα ολόλαμπρο απομεσήμερο.
Μόνη παραφωνία εσύ.
Τρέχω στο δάσος σκοντάφτω σε
μια γαλάζια πέτρα αιωρούμαι στον
αέρα δεν πέφτω σαν ακροβάτης
σε ένα αόρατο σκοινί ισορροπώ
κι άυλη αποκτώ υφή κόντρα στην
όποια βαρύτητα.
Συναντώ ένα ελάφι,παραδόξως
δεν με φοβάται, το παρατηρώ.
Έχει τα ίδια μπλε μάτια με εμένα
και τα καλλίγραμμα πόδια του
καταλήγουν σε μπλε οπλές.
Το ακολουθώ, βγαίνουμε στο ξέφωτο
φτάνουμε στη φωλιά του.
Τα μικρά του έχουν κι αυτά
μπλε μάτια κι ατροφικές μπλε
οπλές.
Τα συμπαθώ και τα χαϊδεύω.
Νιώθω το χνώτο τους ζεστό.
Αφήνομαι να τα παρατηρώ καθώς
θηλάζουν μπλε γάλα.
Με πιτσιλίζουν μπλε σταγόνες.
Τις σκουπιζω με το μανίκι.
Δεν κάνω βήμα μήπως και διαταρραξω
την τρυφερότητα της στιγμής.
Αποχωρώ μόνο όταν τελειώσουν
τον θηλασμό
Γεύομαι ζωή.
Γεύομαι ομορφιά.
Γεύομαι παχύρευστους χυμούς.
Το βράδυ στο σπίτι περιεργάζομαι
στον καθρέφτη τη μεταμόρφωση μου.
Είμαι ωραίο σαν μαγιάτικος ουρανός.
Όταν αποκοιμιέμαι βλέπω επιτέλους
στο όνειρό μου το κατράμι των ματιών
σου να μεταβάλλεται σε γαλάζιο.
Χαίρομαι κι ας μην είναι αλήθεια.
Άλλωστε από τότε που έφυγες
μόνο στα όνειρα πια σε συναντώ
και στης φαντασίας τους επάλληλους
κύκλους.