σε εσένα
Τα μάτια σου μαύρα
σαν δυο σκοτεινές πιτσιλιές μελάνης
πάνω στην επιφάνεια του χιονιού.
Αχ πόσο αγάπησα αυτά τα σκοτάδια
που έντυναν περιμετρικά τις κόρες
τους.
Έμπαινα στον βυθό τους κι ήταν
σαν να περιδιάβαινα ζαλισμένη
κρατήρες ενεργών ηφαιστείων.
Άκουγα τη γη να βρυχάται,
να εξαπολύει βλαστήμιες
και ακατάσχετα λόγια.
Παρακολουθούσα εκστασιασμένη
και κάτω από τις ραφές του φορέματος
μου έκρυβα λέξεις και κωδικούς.
Πλησίαζα σε απόσταση αναπνοής.
Δεν φοβόμουν, η λάβα δεν με τρόμαζε
διόλου τουναντίον μάλιστα μπορώ
να πω πως μαγευόμουν από πάνω.
Μαθημένη από του έρωτα τις ασίγαστες
φωτιές μεθούσα μην κάνοντας ούτε ένα
βήμα πίσω.
Έβαζα το αυτί πάνω στη σάρκα της γης
για να ακούω καλύτερα.
Σε διάβαζα πιο καλά, σε μελετούσα.
Κι ήταν φορές που αποκοιμιόμουν
κάτω από τη ρυθμική αντήχηση
των κρότων.
Πήγαινα σε όνειρα ψυχεδελικά
με τη φαντασία να καλπάζει αχαλίνωτη
μέσα σε ηδονικά δωμάτια φτηνών
ξενοδοχείων.
Τα μάτια σου μαύρα, έβενοι λαμπεροί,
καλοδιατηρημένοι.
Το μόνο που με φόβιζε κοντά τους
ήταν να μην στάξουν δάκρυ καυτό.
Τα δάκρυα πνίγουν και σκοτώνουν
πιο πολύ από τη λάβα.
Αποσυνθέτουν το σώμα, σκεβρώνουν
τη μνήμη καταστρέφουν τη ζωή.
Και χωρίς σώμα, μνήμη, και ζωή
πως θα βγαίνω στους κρατήρες
να αποθησαυρίζω καταχθόνιους
φθόγγους που ποιήματα ακριβά
θα γεννούν ικανά να σε φέρουν πίσω.
"Δεν χαίρομαι πια
τις αμυγδαλιές στον κήπο
που σε θυμίζουν."
Χόρχε Λουίς Μπόρχες