Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2022

Η ζυγαριά της καρδιάς

 haibun

Φόρεσε την γκρίζα ολόμαλλη ζακέτα της και κοιτάχτηκε στον ολόσωμο καθρέφτη της εισόδου. Το είδωλο της δεν την ικανοποίησε. Έσιαξε λίγο ένα ατίθασο τσουλούφι και έτριψε τα μάγουλα της για να τα ζωντανέψει. Τελευταία ένα ωχρό, κίτρινο χρώμα έδραζε στο δέρμα της. Στις αρχές τρόμαξε μα στην συνέχεια συμβιβάστηκε και αναπόλησε τα πρωτινά της χρόνια, τότε που βυσσινί ζωγράφιζαν τις νεαρές παρειές της.
Κρυφό χαντάκι
σκόνταψε η κοπέλα-
χιονιού αγκαλιά.
Έξω ο καιρός το είχε γυρίσει σε παγωνιά και βοριά. Οι ευθυτενείς σημύδες των πεζοδρομίων κινούνταν σε τρελό χορό. Τράβηξε το μάνταλο και βγήκε από το σπίτι με βήμα γοργό. Τα μακριά μαλλιά της την εμπόδιζαν καλύπτοντας άτσαλα τα μάτια. Με μια κίνηση τα έδεσε με το μαντήλι που είχε στο λαιμό της σε κότσο.
Άστρα του χιονιού
τις στέγες πολιορκούν-
η μπότα τρίζει.
Η μύτη της πάγωσε τα μάτια έπαιρναν να δακρύζουν απ' το κρύο. Τάχυνε το βήμα της για να ζεσταθεί. Το πέτρινο ρολόι χτύπησε πέντε τα ξημερώματα. Στον δρόμο συνάντησε μια αγέλη από αδέσποτα σκυλιά, δεν την πείραξαν, μόνο σαν την είδαν πήραν να σκορπίζουν στα πέντε σημεία. Ανενόχλητη πέρασε το φανάρι και κατευθύνθηκε προς το μικρό πάρκο.
Γούρνα με πάγο
σκοτείνιασμα στην πόλη-
νύχτα θαυμάτων.
Κάθισε στο παγκάκι. Το φως του φανοστάτη την βοήθησε να δει ένα ζευγάρι γάτων που χουρχούριζαν δίπλα της. Τις χάιδεψε και απόρησε που δεν φοβήθηκαν και δεν έτρεψαν σε φυγή. Ξάνθου εμφανίστηκε μπροστά τους ένας κατσούφικος άνθρωπος και τους μοίρασε τροφή. Οι γάτες δεν κινήθηκαν καθόλου. Έμειναν να απολαμβάνουν τα χάδια που στην ζυγαριά της καρδιάς τους ήταν πιο ακριβά απ' την τροφή.
Βαρύ το κρύο
καστανάς στην πλατεία -
πλήθος τριγύρω.