Σάββατο 23 Ιουλίου 2022

Αδιαχώριστοι

 Πέταξε το σακάκι του χωρίς να κοιτάξει τις τσέπες.

Αδιόρθωτη, πώς το έκανε;

Κι αν μέσα στην τσέπη είχε κάτι πολύτιμο αλλοίμονο 

πήγε χαμένο.

Και δεν μιλάω για τίποτα μπακιρένια κέρματα απ' τα 

ρέστα μιας Κυριακής στα παλαιοπωλεία.

Μιλάω για την ύπαρξη μιας πλειάδας φιλιών, 

κλεισμένα με τάξη μες την παλιά ατζέντα, 

φιλιά που δεν πρόλαβε να δώσει.

Φιλιά που άγνωστο έχουν τώρα παραλήπτη.


Πώς το έκανε;

Κι αν δεν ήταν τα φιλιά κάτι σίγουρα ολόδικο του θα υπήρχε εκεί:

Το καθρεφτάκι του, ο νυχοκόπτης του, η χτένα του. 

Ναι η χτένα του, δεν παρέλειπε να χτενίζεται, ευπαρουσίαστος 

ήθελε να μάχεται τον καθημερινό θάνατο και τα επερχόμενα.


Ας ανακεφαλαιώσουμε.

Η ατζέντα με τα φιλιά και η χτένα σίγουρα δεν θα έλειπαν.

Πάντα κάτι χρωστούσε, πάντα κάτι στον μαυροπίνακα της καρδιάς 

σημείωνε για το μέλλον, φοβόταν μην εχθροί το πλησιάσουν.

Τραγικό, απόκληρη έμεινε από φιλιά και χάδια 

κι αυτός έτσι αγέρωχος γιατί για κρυψώνα 

βρήκε μια ασήμαντη τσέπη και δεν τα αποκάλυψε, 

πνοή να της χαρίσει;

Πώς το έκανε;

Όχι αυτός, εκείνη η φταίχτρα. 


Μέμφονταν τον εαυτό της αποκλειστικά.

Αυτός διάφανος, ωραίος, αδέκαστος, άτρωτος θα βαδίζει 

ανάμεσα στις λεμονιές με ένα βιβλίο στο χέρι.

Τουλάχιστον αφού έχασε τα φιλιά ας της έμενε η χτένα, 

θα είχε θησαυρίσματα πάνω:

Λίγες τρίχες απ' τα μαλλιά του, λίγη σκόνη απ' το στενό πηλοφόρι, 

λίγο ξεραμένο αίμα απ' τον κρόταφο.

Ναι αίμα, που σε άλλη τώρα ύπαρξη νύχτες πανσέληνες φανερώνει.

Τώρα πώς θα ταυτοποιήσει τα στοιχεία του, την οντότητα του;

Πώς θα πλησιάσει τα χνώτα του, τους κωδικούς του;


Δεν αρκούν τα όνειρα, άσε που ψευτίζουν το πρόσωπο.

Το αίμα είναι δυναμίτης, 

είναι το κιτάπι του καθενός,

είναι ο κρίκος που θα την έδενε μαζί του, 

παρά τα χάη, αδιαχώριστοι να βαδίζουν κάτω από τις λεμονιές. 

Το ταξίδι

Nikki bungakou


Φύσηξε η μπουρού, λύθηκαν οι κάβοι, τραβήχτηκε η άγκυρα, οι μπουκαπόρτες μαζεύτηκαν και ο κατάπλους ξεκίνησε. Η θάλασσα γαλήνια λίκνιζε το πλοίο. Μελίσσι οι ταξιδιώτες καταλάμβανε κάθε ελεύθερο χώρο του. Πανσπερμία φυλών μάστιζε με τις φωνές και τις κιθάρες τους καταστρώματα, σαλόνια, διαδρόμους και τις καμπίνες του πλοίου. 
Σε λίγο είχαν βγει στα ανοιχτά, τα φώτα της ακτής έμοιαζαν με καντηλάκια ενός απέραντου κοιμητηρίου. Τρεμόπαιζαν κι ήταν σαν να εύχονταν οι νεκροί καλό κατευόδιο. Οι πολυκατοικίες έμοιαζαν με ευθυτενή στη σειρά κυπαρίσσια.
Το πλοίο συνόδευε ένα τσούρμο από γλάρους που έκαναν εκκωφαντικό θόρυβο και σμίγοντας με το μελίσσι δημιουργούσαν μια άνευ προηγουμένου οχλαγωγία.
Στην θάλασσα ζευγάρια από δελφίνια είχαν βαλθεί με τις χορευτικές κινήσεις τους να ξεσηκώνουν τους παλαμίζοντες ταξιδιώτες. Έβγαζαν φωτογραφίες, τα τάιζαν κι αυτά σαν ανταπόδοση έκαναν τις χορογραφίες τους όλο και πιο χαριτωμένες.
Κάποια στιγμή το πολύβουο πλήθος κουράστηκε και τεντώθηκε να κοιμηθεί. Ησύχασε ο χώρος μόνο οι γλάροι και τα δελφίνια συνέχιζαν ανενόχλητοι να συνοδεύουν το καράβι με κρωγμούς κι επιδέξιες πιρουέτες.

Γλιστρούν δελφίνια
η θάλασσα σαν λάδι
μαγική πίστα.