Τρίτη 16 Ιουλίου 2013

Σαλπάραμε με σκαρί αρχαϊκό



Σαλπάραμε με σκαρί αρχαϊκό
Καλά δουλεμένο
Σε χαρτιού αλύγιστο σώμα
Μετάνιωσα...
Είχα πει:
Εκεί να καθαρογράψω
Τους στίχους μου
Μα φοβήθηκα
Μη φουρκιστεί ο αλιέας του Αυγούστου
Και τους σβήσει
Με το σφουγγάρι του
Είχα πει:
Εκεί να αγκιστρώσω
Τους στίχους μου - πένητας να γυρίζω τους μοχλούς -
Πριν αποτυπωθούν και μείνουν
Στο εργαστήριο της μνήμης άθικτοι και απέθαντοι!

Τρικυμίες και πειρατές τσάκισαν
Το μυθικό σκαρί μας
Κι έμεινε το χαρτί
Να πλέει ασυντρόφευτο
Σε ωκεανού γαλαζωπή δίνη
- Αρχαία Σκουριά σε πλάτη καρχαρία -
Πέθαναν οι στίχοι μου
Τρυγημένοι απ' την αρμύρα
Τη λήθη και την απληστία της χοάνης
Κι εγώ ναυαγός του απέραντου
Κουνώ μαντήλι
Στους γλάρους και τα χελιδονόψαρα
Που διάπλατα άνοιξαν μεμιάς
Την κερκόπορτα του κύματος
Αήττητα να διαβούν
Και να "πατήσουν"
Τη βυθισμένη πολιτεία των στίχων
Κρώζοντας "εάλω η πόλις"
Χωρίς τα πύρινα ξίφη του λόγου να καμφθούν στη μάχη!

Τώρα μετρώ τα διάκενα των κοχυλιών
Και ξεσπορίζω αμίλητη
Τα αλφαβητάρια
Των μεγάλων μπάρκων
Που ποτέ δεν μπόρεσα να κάνω
Ασάλευτη πλανιέμαι
Στην καψαλισμένη ουρά
Της Μεγάλης Άρκτου
Φλόγες με ζώνουν πυρές
Ανάσες με διεμβολίζουν απρόκλητες
Ζω κι αναπνέω στον πάταγο της τρέλας
Αποσυμφορούμαι από τη μέγγενη
Του χάους στρέφοντας αλλού τα μάτια
Ένας λίθινος άγγελος
Καταγράφει σε πλάκες αργίλου
Απαγορευμένες ρήσεις
Από το βιβλίο των παθών
Νόστο ζητώ, γη ασπαίρουσα
Και απομένω ακίνητη
Να ψαλιδίζω τα φτερά που προεξέχουν
Απ' τον ώμο της Ακέφαλης Νίκης της Σαμοθράκης!