Παρασκευή 27 Μαΐου 2022

Οι δικοί σου ήρωες

Μην ξεχνάς στο ουράνιο κρυσφήγετο που κοιμάσαι

κλαράκια βάγιας να στρώνεις να έρχονται

οι ήρωες να σε συναντούν μαζί τους να μοιράζεσαι

ώρες δοξαστικές.

Κι είχες πολλούς ήρωες που αγαπούσες και

συνδιαλεγόσουν μαζί τους στα φεγγερά παράθυρα

της ζωής.

Το κορίτσι που μάζευε ασημόχαρτα κι έφτιαχνε

ανεμόμυλους που τους πουλούσε στα πλωτά παζάρια.

Θυμάσαι την ζακέτα του;

Όλη γεμάτη τσέπες παραφουσκωμένες με όνειρα.

Κάθε μέρα πρόσθετε κι από μία άλλη κι εσύ

γελώντας του χάριζες νήματα στα χρώματα της ώχρας

να έχει ο κόσμος γη να πλαγιάζει τα απομεσήμερα.

Μην ξεχνάς λοιπόν τα βαγιόφυλλα απ' αυτά

που στεφανώνουν τα παλικάρια που έμειναν

τα χέρια τους πάνω στην κάνη σε ένα διάσελο ψηλά.

Θυμήσου το μην και πικραθεί το αγόρι που

ορφάνεψε από ψωμί και χώμα έπαιρνε και έπλαθε

τους καλόσχημους άρτους με προζύμι αληθινό

απ' το σκαφίδι του ήλιου.

Έρχονταν τα πουλιά, τσιμπολογούσαν τα ψωμιά

κι έφτιαχναν τις φωλιές τους στης κυρά Ξένης

το παράπηγμα.

Γέμιζε η γειτονιά με μελωδίες και ξαφνιάσματα νεοσσών.

Χαίρονταν τα κορίτσια κι έδεναν πολύχρωμους φιόγκους

στον φράκτη του φτωχόσπιτου.

Αμολυτά έμεναν τα μαλλιά τους να κυματίζουν

σαν τα χρυσά στάχια στο αντάμωμα τους με τον λεβάντε.

Κι αν βαγιόκλωνα δεν βρεις μην πικραθείς καθόλου

σου έχω εγώ πολλά δεμάτια για να πάρεις.

Μην φανταστείς πως κλάδεψα κανένα δέντρο

τουναντίον στα ματωμένα γόνατα

των παιδιών τα βρήκα αποξηραμένα

να με περιμένουν στην κλίνη σου

σε βραγιες να τα αποθεσω, κρυφά να δαμάζεις

τα αρμυρά κύματα της λήθης με τα θορυβώδη

ταμπούρλα του ερωτα

Αέναα στα χέρια μου να σε κρατώ σαν το μαλαματένιο

κλειδί που ανοίγει όλες τις θύρες των πνισμένων

με κισσούς  και αγράμπελες μεγάρων της

μνημοσύνης.