Στα δαιδαλώδη μονοπάτια του νου μου
έχτισα έναν άνθρωπο απόψε.
Χρεία τον είχα μεγάλη, το άλλο μου
μισό ήθελα να γενεί, τις πληγές να γιατρέψει.
Ανολοκλήρωτη καθώς ήμουν στρώσεις
στρώσεις ψυχή και υπόσταση του έδωσα.
Γκρίζα του διάλεξα μάτια.
Πλατύ του χάρισα στέρνο.
Μυώδη άκρα του βρήκα και για καρδιά
ένα ροδοπέταλο απ' την τριανταφυλλιά
του κήπου μου με δυο δροσοσταλίδες
επάνω σκέφτηκα να του δώσω, όμορφα
να πάλλεται στα αριστερά του κόσμου μου.
Δύσκολο μου φάνηκε έργο.
Παιδεύτηκα άρωμα ζωής να του εμφυσήσω.
Τα κατάφερα τελικά χάνοντας πολλές
ρανίδες αίματος κι ανάσες μα δεν
παράτησα ούτε μια στιγμή την
δημιουργία μου.
Σαν τον γλύπτη που δαμάζει το
μάρμαρο τον κούρο για να πλάσει ένιωσα.
Τώρα αυτάρκης και δυνατή καλό
συνομιλητή τον έχω και σύντροφό μου.
Μου διαλέγει την τροφή μου, τα ρούχα μου
τα μαγικά του έρωτα λόγια και
τους δρόμους που φτάνουν στην καρδιά
μου ανοίγει για να τους διαβώ περήφανη.
Τον προσέχω κι αυτός μου δίνεται
αμαχητί μέχρι το τελευταίο του κύτταρο.
Μέσα στο σώμα μου τον έκλεισα και
μεγαλοπρεπής αισθάνθηκα δημιουργός.
Αυτός γράφει τα ποιήματα μου.
Αυτός χορεύει γύρω από την φωτιά.
Αυτός ξεσηκώνει της νύχτας τον καμβά
και σε αστρικά με πάει ταξίδια.
Άτρωτος είναι και ωραίος σαν την ίριδα
με τα χυμώδη άνθη.
Δεν θα τον σπαταλήσω στης καθημερινότητας
την ανίερη πλήξη και σε κανένα δεν θα τον
γνωρίσω, εντός μου θα ζει ολοκληρωμένος
και ομοτράπεζος του έρωτα τον βωμό
να υπηρετεί και τη θράκα των οδυνών αεί
να συντηρεί.