Πονάει το χώμα
Κάθε κόκκος του κι ένα απέλπιδο έλα
Φύτεψε ένα αγριόσκοινο μια ήμερη φτέρη
Μια σκιερή συκομουριά
Χάιδεψε το αγκωνάρι που παραπαίει
Κατολισθαίνει η γη
Γλύφει τις ρίζες το άσκεπο νερό
Μαύρα αρπακτικά χορεύουν ένα γύρω
Στα μνήματα τα πετραδάκια παίζουν τρίλιζα
Αφιονισμένος καιρός ιδρωμένος
Στηρίζεσαι πάνω στους καμπυλωτούς φράκτες
Φυσάει ένα αεράκι αποχωρισμού
Στις κληματαριές κάθισε ένας σπίνος
Με φιλικά τιτιβίσματα
Πιο πέρα το παιδί με το σημάδι στο μέτωπο
Παρακάμπτει τη συννεφιά μ' ένα του νεύμα
Βρίσκει ένα κοχύλι
Μιλάει με τη γη
Μιλάει με τα αδέσποτα κοτσύφια
Χαιρετάει τους ανύποπτους γλάρους
Κι ύστερα στο χώμα χαράζει τ΄αρχικά του
Λιγοστεύει ο πόνος
Μερώνει ο άνεμος
Τρεμοπαίζει στη συκιά ένα φύλλο
Στο σταθμό ο ξένος σκίζει μια ανεπίδοτη επιστολή
Όταν σε συναντήσω μαζί θα συνταιριάξουμε τα κομμάτια
Μυσταγωγικά στο ζωνάρι της αργίλου θα ακουμπήσω τις λέξεις
Πόνος νερό αέρας φωτιά κι μια άλλη κρυφή που για χαμένη την είχα...