Ματώνουν τα σπλάχνα
Φωνή δεν βγαίνει
Μία χούφτα σκληρή σκορπίζει τον σπόρο μακριά
Ένα παιδί κρατώντας μια τρύπια μπάλα
Έπαιζε στο ξέφωτο χτες
Τώρα στο χώμα θλιμμένο
Να αναπνεύσει ζητά
Της ζωής να ενώσει το νήμα
Την μικρή αδερφή του
Απ' το χέρι να πάρει στους μεγάλους τους δρόμους να πάνε
Να σηκώσει της μάνας την πίκρα
Να λειάνει τη βαθιά της ρυτίδα
Το δάκρυ να σφουγγίξει της πέτρας
Της επιστήθιας πέτρας
Που στη ζέστα της έγερνε τα καλοκαίρια
Να ξορκίσει το κακό που για χρόνια βιάζει τη γη του
Φλογίζεται ο νους
Καπνίζει το τσουκάλι της οργής δυνατά
Ανασκιρτά η καρδιά
Ένα παιδί με γρατζουνισμένα τα γόνατα τρέχει
Σε ουρανού γειτονιές κυανές
Σε λωρίδες ανέμου λεπτές
Και σε χέρσα οροπέδια με σβηστά ηφαίστεια
Ένα παιδί που σφαγιάστηκε άδικα
Πριν προλάβει το αίμα να ακούσει
Πριν να λύσει της καλής του το αίνιγμα
Πριν δονήσει την φύση του το μεγάλο πιστεύω
Ένα παιδί θυμωμένο
Κυνηγημένο από χίλιες ριπές
Νήματα κρύα τώρα σκεπάζουν την ακμή του αίματος
Πονούν τα βλέφαρα
Οι ίσκιοι πυκνώνουν
Το ταξίδι αργεί
Ένα αγγελούδι κρατά λεμονάνθια
Κάτω από τις φτερούγες του
Λεμονάνθια του γάμου
Που στα πέταλα τους πάνω δραπετεύανε τ' άστρα
Μην και λείψει το φως της ειρήνης
Η καλή καρτερία
Η γλυκιά προσμονή
Ένα αγγελούδι με μάτια γαλάζια
Με χείλη ρόδινα κι έναν άγουρο πόθο στα στήθη
Ένας επίγειος Θεός που γεμίζει τις άδειες στέρνες των ονείρων
Που στη μέση κόπηκαν από φονικό μανιτάρι
Πριν προλάβουν να μεθύσουν με οίνο χαράς
Στης πατρίδας τα χέρια θυμωμένα στιλέτα να γίνουν
Λυγά η σημαία δακρυσμένη
Το αγκάθι κουμπώνει τα χείλη
Ένα παιδί γονατίζει στην άμμο
Να ξεθάψει πολέμου οβίδα
Να την κάνει σπιτιού ανθογυάλι γιασεμιά να το στολίσει
Να γελάσει η μάνα ξανά σαν μωρό χαρωπό
Φλοκωτά να υφάνει στολίδια
Να γελάσουν κι οι δρόμοι
Να λουστούν στον ασβέστη και στην δροσό της αυγής να πνιγούν
Ένα παιδί σαν όλα τ' άλλα της γης
Το παιχνίδι ν' αρχίσει ξανά
Με την τρύπια του μπάλα τη σφεντόνα τη παλιά του παππού του
Τον Θεό να κάνει συμπαίχτη
Κι ο Θεός να του πει παραμύθια
Το απόκρυφο να του μάθει τραγούδι της δικαίωσης