Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2025

Εκστρατεία

Πήρα πετονιά τ' αγκίστρι να δέσω 
για να μπορέσω να σε πιάσω. 
Μα εσύ μου ξέφευγες, βουρκώνεις, κλαις 
θολώνουν τα νερά και σε χάνω. 
Πόση θλίψη, πόσος πόνος
μέσα σου ζει;

Δάκρυα ποτάμια κι εγώ ξαστοχώ
Πούθε να σε πετύχω που διάφανος γίνεσαι 
σαν μέδουσα;

Άλλοτε πάλι στα απόνερα των πλοίων 
καταφεύγεις.
Ο κυματισμός μεγάλος και μου ξεγλιστράς.
Σ' ακολουθώ και κοπιάζω χωρίς ελπίδα. 
Με τα χέρια χωνί σου φωνάζω.

Στις βραχονησίδες καταφεύγεις 
καμουφλάζ με τα φύκια κάνεις, 
δεν σε βρίσκω. 
Βυθίζεσαι και ξάφνου ανεβαίνεις
ξερνάς αρμύρα, εκτινάξεις κάνεις 
και χορευτικά νούμερα σαν δελφίνι 
και να σε συλλάβω δεν μπορώ. 

Θα μείνω με την ανάμνηση σου,
βουτιές θα κάνω, κοράλλια θα ανεβάζω,
θησαυρούς σε κασέλες μα ποτέ εσένα.
Απομακρύνεσαι. 
Και να Θεός σε βλέπω να γίνεσαι τρίαινα 
να κρατάς και μέσα στις φουρτούνες
να με πνίγεις αργά δίχως έλεος 
με πεινασμένο στο στόμα φιλί.