Σε αγαπώ και σε περισφίγγω
Σαν τον φλοιό του ευκάλυπτου
Στην ψυχιατρική μονάδα της ευθαλούς νιότης
Αποσκιρτάς αργά από τις ρίζες
Του αιώνιου κισσού λοιδορώντας
Τους κρίκους των δακρύων και των ράντζων
Ρυθμίζω την ατελή αναπνοή σου
Και με παρωδία παραλλαγής
Εφημερεύω με σκονισμένα σαντάλια
Στην ψίχα της άναρχης δενδροστοιχίας
Ταξιδεύω το αίμα σου στη πορφύρα της αλόης
Με δέρμα φτενό φαρμακωμένο από τη λησμοσύνη
Μέσα σε κάστρα με προφυλαγμένες πύλες
Διαμοιράζω επίτοκες λαβίδες εξουσίας
Στο αλσύλλιο της κατασκοπευτικής αρμάδας
Σαν άνθρωπος των πλασματικών δρόμων
Σε συναντώ στη περήφανη πλατεία
Στα αγάλματα του παλαιοπωλείου σε αντικρίζω
Αγάλματα με προτεταμένες κνήμες
Με εμφατικές καρδιές παλλόμενες
Υιοθετημένα από τα ανάγλυφα χέρια
Της λαμπρής παλάμης ενός ήλιου
Που πλαστογραφεί κίβδηλους αστερίες
Ευφυής νυγμός στον πάγο
Της γενέθλιας λιμνοθάλασσας
Χαρακώματα από νάρθηκες Αιγαιοπελαγίτικους
Κρύβουν τα ασπρόμαυρα καρτ ποστάλ
Με τα νοσταλγικά χαμόγελα της Άρτεμις
Κυνηγός στα συρματοπλέγματα της λειασμένης ψυχής
Που αποτυπώνει μικρούς μαίανδρους
Στα σκαλοπάτια της εμπόλεμης αγροικίας
Παλίρροιες και σκαμμένα χείλη στο ηλιακό
Στερέωμα προσγειώνουν τη θανατωμένη πατρίδα
Στην χρόνια απρέπεια των ερειπίων της
Τρομάζεις το μέγα κύμα στο λάκτισμα
Της δρεπανοφόρου σελήνης
Ανοίγεις τον επίλογο της αγάπης
Στο λήμμα της όμορφης τραγωδού
Και με σοφούς σελιδοδείκτες
Αντιστέκεσαι στους παγκόσμιους ουρανούς
Δραματικές αυγινές ανακρούσεις
Πλησιάζουν το πικρό άρωμα
Της εκτενούς εξομολόγησης
Η συνάντηση κανονίστηκε
Στο σταυροδρόμι του ελικοειδούς
Λαβύρινθου σαν να μην υπήρχαν ποτέ
Οι γεωμετρικές ακτίνες της παρτιτούρας
Ο πόνος καθέλκυε το καροτσάκι
Της ενδόμυχης προτομής
Κείμενα με ελλιπή στοιχεία στίξης
Περιέγραφαν τις σφραγίδες του ανικανοποίητου
Έπαιρνες τις σκιές του Θεοτοκόπουλου
Αγκαλιά μαζί με τα σκαιά πορτρέτα
Των αγαπημένων σου ποιητών
Άνοιγες τις κρύπτες της γλώσσας
Και συνέθετες μουσικά αποσπάσματα
Τέλειας θεατρικής λαγνείας
Μιλούσες για το γεγονός της φαιάς
Υπαρξιακής αντιπαλότητας των νόστων
Κι ύστερα σιωπούσες ψηλαφώντας
Τις ραφές του καλοκαιρινού πουκάμισου
Έστηνες στην ριπή του ύψους σου
Τα αστάθμητα χωρία των αινιγμάτων
Προκαλώντας το δικαίωμα της Άνοιξης να εισέλθει
Στα ενδημικά δεινά και στα πελαγίσια σκοτάδια
Αμόλυντος τυμβωρύχος της σκιάς
Σε σταθμούς ιστορικών μαρτυρολογίων
Υπεράσπιζες τη λάμα της ερωτικής κατάδυσης
Σαν ξαφνικό ξέσπασμα πυρκαγιάς
Που αποσοβείται από τη σκέψη παρθενικής κατάρας
Και ζητά άσυλο μες στη παρειά
Του πλουμιστού παγονιού στο κήπο της εξορίας
Εδώ σε βρίσκω παρέα με τους στρεβλούς
Ανεμοδείκτες σου τα ανυπόγραφα φέιγ βολάν
Και με τις εξωμήτριες θεάσεις της ασημένιας ελιάς
Χτίζεται το όραμα σου στο βαμβάκι του νεκρού
Ζητά να επικοινωνήσει με την συνύπαρξη των λυγμών
Και με των αειθαλών ρόδων το φτεροκόπημα
Σε αναζητώ στους ύμνους των εραστών
Και στα ρέκβιεμ των μαραμένων φύλλων
Ανασηκώνει η γη το έλκος της νυχτερινής αλχημείας
Και προσμετρά την ύπνωση της μαγείας
Μέσα στη λήθη που φυγοδικεί τα πάθη του ροδίτη
Μόνο εσύ ισορροπείς στα στόματα των λεόντων
Κραδαίνοντας τους κρεμαστούς κήπους της αλληλουχίας
Τα μπρούτζινα χέρια σου είναι η διαδοχή της αέρινης σάρκας
Που αναριγά στο κώνειο χρώμα της ήβης
Ιβίσκοι σε περιθάλπουν στο μελίρρυτο ιστό του θανάτου
Συμπλεγματικοί άγγελοι τίκτονται στη ψυχοσύνθεση
Της αμαρτωλής θωριάς των κρυστάλλων
Σταλαγμίτες γοητεύονται από το ανάρριχτο βλέμμα
Της φαιδρής απεικόνισης προτάσσοντας δευτερόλεπτα
Στο αιώνιο βιβλίο της βιωματικής αλήθειας
Η εκστρατεία στο Δούρειο Ίππο μετέρχεται
Στα κόκκινα στίφη των λαβωμένων χαρταετών
Το όνομα σου μια κουκκίδα μικρή στο χάρτη
Του μυστικού ειδώλου ένα λατρευτικό ερώτημα
Στην λέξη σε αγαπώ ένα πέρασμα στη φτερούγα
Του αετόμορφου βράχου πριν ο βρυχηθμός του σιρόκου
Συνεπάρει στους συμπαντικούς του ώμους το λιγοστό χιόνι
Σαν σεπτή λεία του τεμαχισμένου σώματος
Ρίχτηκες στο θεόμορφο πηγάδι του Έρωτα
Σε αγαπώ και σε περισφίγγω
Σαν τον φλοιό του ευκάλυπτου
Στην ψυχιατρική μονάδα της ευθαλούς λατρείας
Κατοικώ στην Αχερουσία σου πηγή
Σαν κωμωδός στο χειμαδιό της ανθρωποθυσίας
Με λειψά βήματα πλάθω τον δίδυμο κόσμο σου
Στον Θανάση
Στον Θανάση