Σε όνειρο μεσημεριανό αποξεχάστηκα
Κρούοντας τα κύμβαλα της ηδονής
Αναχωρούσα σε υψηλών πτήσεων
Ονειροφαντασία σκορπώντας λάμψεις
Και σκιάσεις απόκοσμες που φέρναν ίλιγγο
Κρουστά τα μέλη μου προσδένονταν
Στο χρυσό περιδέραιο του ήλιου
Κι ελίσσονταν σε χοϊκούς ρυθμούς, ερωτικούς
Ήμουν το τιμώμενο πρόσωπο
Στο κλειστό θέατρο του παραλόγου
Παρότι εμφαντικά η θέση μου ήταν στα παρασκήνια
Στη σκηνή έβγαινα ζωσμένη χρωματιστά μαντήλια
Παίζοντας το ρόλο μου διονυσιακά
Ρόλο ζωής γητεμένης
Που από εφτάχρονο παιδί είχα διαλέξει!
Σε όνειρο μεσημεριανό αποξεχάστηκα
Κρούοντας τα κύμβαλα της ηδονής
Σε ουρανό με πολύχρωμες ομπρέλες
Πετούσα σαν κορυδαλλός κατατροπωμένος
Από σμήνη αρπακτικών με σιδερένια ράμφη
Τρόμαξε ξάφνου η σκιά στο ξέχειλο στήθος
Χλόμιασε το κερί μα δεν έσβησε στο σαμντάνι
Δεν ήταν εφιάλτης
Ίσως μόνο ένα παραλήρημα πυρετικό
Της νοσταλγίας δεν εξουσίαζε το φυλάκιο
Κλειδί δεν κρατούσε
Που τις πόρτες ανοίγει της απειλής
Ούτε την αρμαθιά του κλειδοκράτορα
Στόχευε να αρπάξει
Νικητής να εισέλθει στα παραδουνάβια κάστρα του νου
Ή σκηνίτης υποταγμένος στο πλευρό του βράχου
Ένδοξα να επιβραβεύσει το ανελέητο φως του Αυγούστου!
Σε όνειρο μεσημεριανό αποξεχάστηκα
Κρούοντας τα κύμβαλα της ηδονής
Σε δρόμο βρέθηκα ουράνιο
Να μαζεύω πυγολαμπίδες απ΄του γαλαξία το στέρνο
Σε σκαλιστά στο βράχο μονοπάτια βάδισα
Κατάμονη να αφουγκράζομαι τις υλακές των σκύλων
Χωρίς ούτε ένα ψεγάδι στην ψυχή
Τρομαγμένη τώρα ρίχνομαι στης πυράς το πηγάδι
Με τα φτερά μου ακόμα υγροποιημένα
Από τον ασβέστη της χαραυγής
Απομυθοποιώ τις γήινες ταλαντώσεις της καλαμιάς
Που σε ποταμού φρύδι σείεται νωχελικά
Πορφυρένια κρατώ στα χέρια μου κορδέλα
Κι έχω τα μαλλιά ξέπλεκα
Καίγομαι μα ξανανθίζω αέναα
Έγινα πυρά και αφανίζω τις οριογραμμές των ηφαιστείων!