Πέμπτη 17 Αυγούστου 2023

Έτερη φύση

Μέσα στο μπαούλο μου
κρατάω ένα φόρεμα πορφυρό. 
Νεράιδες το είχαν πάρει
και το έβαψσν στα χρώματα
του δειλινού. 
Ακριβό είναι ρούχο από
μετάξι με πολλά βολάν 
και πιέτες διπλές. 
Ποτέ δεν τσαλακώνεται 
καθώς τα αερικά του ποταμού
φροντίζουν με ένα παλιό
σίδερο με κάρβουνα οξιάς 
να το σιδερώνουν κάθε που 
χαράζει η μέρα στην πόλη 
κι οι αχτίδες αντανακλώνται
μέσα στα σύννεφα. 

Τα απογεύματα το φοράω
και βγαίνω στην αγορά 
χρωματιστές κλωστές 
κι αρώματα να πάρω. 
Έτσι μακρύ και πλούσιο
που είναι ξεσκονίζει καλά 
τα πλακάκια των πεζοδρομίων, 
την καυτή άσφαλτο και
τα παγκάκια που κλίνες
γίνονται τις νύχτες των
ζητιάνων και των ποιητών. 

Βαρύ είναι φόρεμα κι ωραίο
μόνο που έχει ένα μικρό 
ελαττωματάκι στο φερμουάρ. 
Δεν κλείνει ως πάνω κι έτσι
αφήνει να φαίνονται γυμνοί
οι ώμοι, η πλάτη και το βαθύ
ντεκολτέ. 
Είπα να το επιδιορθώσω 
μα που χρόνος και χρήμα κι όρεξη. 
Ο κόσμος με κοιτάει περίεργα
και κάπως καχύποπτα μα εγώ
τους προσπερνάω 
αμίλητη χαιρετώντας
τους με την ανοιχτή μου παλάμη. 

Από μικρή έχω συνηθίσει 
αυτά τα βλέμματα που 
καρφώνουν ίσα στην καρδιά. 
Περπατάω λοιπόν αγέρωχη
κι ανέμελη με το πορφυρό
μου ρούχο κι αγναντεύω
το ηλιοβασίλεμα σμίγοντας
τα μάτια μου. 
Αυτό το φόρεμα είναι το άλλο
μου μισό. 
Εκείνο που κατοικεί στα δυτικά
του κόσμου στενάκια και
με φωνή στεντόρεια σε καλεί
να γυρίσεις πίσω για να 
κλείσεις επιτέλους
ως απάνω το φερμουάρ. 
Εσύ μόνο μπορείς χέρι
να μου δώσεις και καρτερία 
μισόγυμνη να μην με βρίσκει
και με μολευει ο όχλος
και τα περίεργα πλήθη
που βαδίζουν δίπλα μου
συντεταγμένα σε ορδές.