Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου 2023

Συνθηκολόγηση

Περικνημίδες έχω στα
πόδια μου και υφέρπω
προς εσένα.
Με ράβδο ανοίγω περάσματα
στην ανεξερεύνητη να μπω
χώρα σου μετόχι να φτιάξω.
Γύρω μου στρατοί, πόλεις
λεηλατημένες, συντρίμμια
και τυφλά παιδιά που
απαγγέλουν καταχθόνιους
στίχους.
Φως πουθενά, κάνει κρύο
και τα μαγκάλια στα τρίστρατα
προ πολλού σβηστά.
Αναχουχουλιάζω τις παλάμες
με χνώτα άρρωστου παιδιού.

Προτάσσοντας τα χέρια
κινούμαι αργά πάνω σε ένα
δρολάπι κολαστήριο.
Κέρινα τα χείλη μου
ψιθυρίζουν προσευχές
από νεότευκτα βιβλία.
Τα πλήθη με σπρώχνουν και
με εκτρέπουν απ' το δρόμο μου.
Ψηλά δόρατα σκιάζουν το φως.
Επιμένω με την λαχτάρα
και το θάρρος των μανάδων
μπρος στον νόστο των μαχόμενων
παλικαριών.
Μαζί τους βαδίζω και μια
μονάχα έχω έγνοια, εσένα.

Μακρύς ο δρόμος και δύσβατος.
Δεν σταματώ, δεν παραδίδομαι.
Με μόνο το φως από την
καύτρα του τσιγάρου μου
σου γράφω ποιήματα.
Για γραφή διαλέγω αυτή
της καρδιάς σου που κανείς
άλλος στον κόσμο δεν γνωρίζει.
Ταγοί με πλησιάζουν για να
την κλέψουν μα δεν υποχωρώ.
Τα τυφλά παιδιά κλείνουν
ειρήνη μαζί μου.
Τους παραχωρώ τους στίχους
μου και από το πεδίο
των μαχών βγαίνουμε επιτέλους
τροπαιοφόροι και νικητές.

Καλόστρωτα μονοπάτια
τώρα με φέρνουν κοντά σου.
Διψούν τα παιδιά και τις
πλούσιες πηγές σου τους δείχνεις.
Όλος από νερό με αγκαλιάζεις
κι εγώ με την τρίαινα μου
καταλαγιάζω τις θάλασσες
που σε φιλοξενούν και
το μετόχι μου φτιάχνω
πάνω σε καλλιεργημένες
με κάπαρη νησίδες ποτέ
να μην πεινάσεις όσο κοφτά
τις γραφές μου θα αναπνέεις.