Σαν χτυπάει ο βοριάς να προσέχεις τις ακίδες στην πόρτα,
βελόνες γίνονται και βρίσκουν ίσια στο στήθος των ανύποπτων πουλιών.
Προχτές ξεψύχησε ένα περιστέρι κι ένας κότσυφας μονήρης
έσερνε ένα αργό μοιρολόι ως αργά το απόγευμα.
Ήρθε στον ύπνο μου ο λυγμός του σαν αναφιλητό μικρού αγοριού πριν κοιμηθεί.
Σκοτείνιασαν οι εσοχές στο πιάνο και τα κρόσσια στις κουρτίνες θάμπωσαν.
Μην ξεχνάς αντίθετα να πηγαίνεις στον αέρα, με προσοχή να διαβάζεις
τα μηνύματα που σου στέλνουν οι υπερφίαλοι νεκροί.
Μες στο μαντήλι μου κρατάω δυο κόκκους λιβανιού
κι ένα αποξηραμένο λεμόνι απ' το περβόλι δίπλα στο ποτάμι.
Μην με ρωτήσεις τι τα θέλω.
απάντηση δεν υπάρχει.
Κάποτε με αποκαλούσες μάγισσα κι αερικό
κι εγώ κρυφά χάιδευα την ξεχτενισμένη κόμη της λίθινης κόρης.
Σου ζητούσα επίμονα να αλλάξεις την ταμπέλα στον περίβολο.
Φοβόμουν το άσπρο χρώμα κι αυτό το κόκκινο πάντα με κηλίδωνε στην κνήμη.
Κλείσε τα παντζούρια, τα πελέκησε προχτές ένας ξυλοκόπος.
Χάσκουν από παντού και θαρρείς πως μοιάζουν
με εξώθυρες κάστρων που τις πλάνισαν οι οι λόγχες των επιδρομέων.
Στο μεντεσέ τους βρήκα χτες ένα απολιθωμένο φύλλο,
άγνωστο πως βρέθηκε εκεί,
το κρατάω καλά φυλαγμένο στη βιτρίνα με τ' ασημικά.
Παρατηρώντας το σήμερα είχα τη ψευδαίσθηση πως λάμπει
σαν το φρεσκογυαλισμένο μανουάλι στο ξωκλήσι του Άη Λια
Μιλάω πολύ το ξέρω και κάποιες φορές υπερβάλλω,
καθώς έκανε κι η μητέρα όταν ξεχορτάριαζε τις πεζούλες τις Κυριακές,
πριν ακόμα ξεφουρνίσει το ψητό απ' τον πλίθινο ξυλόφουρνο.
Ξέρεις στις πέτρες φυτρώνουν τα πιο σπάνια λουλούδια,
εκείνα που δεν τα συμπεριλαμβάνουν τα παιδικά φυτολόγια
κι ούτε τα παρουσιάζουν τα μαρτυρολόγια των αναλογίων.
Πάρε το καπέλο απ' το τραπέζι της αυλής, ψιχαλίζει
κι είναι σαν να δακρύζει το γείσο του διστακτικά.
Ξεσκόνισε και το λαμπατέρ του σαλονιού,
οι αποψινοί καλεσμένοι μας σαν φωτεινές φιγούρες να μοιάζουν.
Ακούς την καμπάνα πάνω στο λόφο;
Αύριο έχουν γιορτή οι στρατοκόποι,
αυτοί που έχασαν την πυξίδα κι άσκοπα περιπλανώνται στις συστάδες.
Ανάμεσα στη σχισμάδα του βουνού εντόπισαν μια αγριοβιολέτα,
θέλησαν να την ξεριζώσουν αλλά μια αύρα στοργική τους εμπόδισε,
ή μάλλον μια ανασαιμιά πληγωμένου πουλιού αν δεν απατώμαι...
Ομόρφυνε ο κόσμος όπως ομορφαίνει ο λόγγος την Άνοιξη,
έτσι που γλυκαίνουν οι καρποί στις αγριοαχλαδιές πριν πέσουν στο χώμα.
Όταν βραδιάσει θα σου δώσω ένα φιλί στο μέτωπο,
μόνο πρόσεχε τη φωτιά, αθέατη είναι παγίδα
κι έτσι δυνατά που φυσά μπορεί και να κάψει το χέρι της λήθης.
Μην βιάζεσαι...
Ακριβά θα σου φέρω στολίδια.
Μακρινά θα σου τάξω ταξίδια,
κι αυτοί οι κορμοί στο σοκάκι σαν πλεούμενα δεν δείχνουν;
Καιρός να πούμε καλό κατευόδιο στους αθάνατους μέντορες
και που ξέρεις ίσως μας χαρίσουν εκείνη τη στήλη με τους χρησμούς.
Είναι φωτεινός ο κόσμος σήμερα.
Πλησιάζει η ώρα των αποκαλύψεων
κι εγώ φρέσκια κρατάω τη μνήμη μου σαν το χνούδι των νεοσσών πριν φτερουγίσουν!