Τετάρτη 7 Αυγούστου 2024

Η μεταμόρφωση

Όταν σε γνώρισα
φορούσες ένα χακί
κοστούμι φτιαγμένο
από ατόφιο λεπτό
μετάξι. 
Σου πήγαινε πολύ
κι αναδείκνυε τις χάρες
του σώματός σου. 
Σε καμάρωνα καθώς
τίναζες το χέρι σου
για να ανακατέψεις 
τον καφέ σου. 
Την ώρα που αγαπηθήκαμε
τόλμησα να ανοίξω μόνο
το πρώτο κουμπί. 
Δεν το έβγαλες. 
Κολλημένο πάνω σου έμεινε.
Κυλούσε ο ιδρώτας και 
το μούσκευε.
Δεν σε ενοχλούσε. 
Ασπίδα το μετάξι 
σε προστάτευε από
τη χαμέρπεια της ζωής. 

Το άφησες πάνω σου για καιρό
άπλυτο, μουσκεμένο, ασιδέρωτο
Όταν κάποτε μου ζήτησες
να στο πλύνω και να στο
σιδερώσω φοβήθηκα πολύ
όταν γυμνό σε αντίκρισα. 
Με άγγελο έμοιαζες 
και με αερικό έτοιμο 
να πετάξει γι αλλού. 
Κι αν σε έχανα;
Το έπλυνα στις γρήγορες
στροφές και στο σιδέρωσα
στον ατμό, χρόνο μη χάσω
και μου ξεφύγεις. 
Πρόσεξα ιδιαίτερα την
τσάκιση του παντελονιού
και το γιακά του σακακιού. 
Ήρθες κοντά μου. 
Ήσουν δικός μου τώρα:
Ένας άνθρωπος της 
διπλανής πόρτας που
μου έπρεπε.
Αυτός που χρόνια
προσέχω μη και μου φύγει. 

Διάπλους

Αφιερωμένο

Αρμένισα στο σώμα σου
και το κατοίκησα. 
Λειχήνες και ασφοδέλους
βρήκα να φυτρώνουν 
στις αμυχές του λαιμού σου. 
Τίποτα δεν άλλαξα. 
Καθόλου δεν φοβήθηκα. 
Τους χάρτες έκαψα και
σε ανακατάλαβα ρίχνοντας
λάβες πελώριες στη γη σου. 
Σταθερά σε περπατάω
με βήμα στέρεο
και το θρόνο μου στήνω 
στο ευρύχωρο σου στέρνο. 

Τώρα καθηλωμένη ακούω
των παλμών σου το έντρομο
ξυπνητήρι που πάντα στις
δώδεκα τα μεσάνυχτα σταματά
για λίγο ανάσες για να πάρει. 
Ζω για δευτερόλεπτα
στη σιωπή κι ύστερα
στον παφλασμό του αίματος
σου κατέρχομαι και τα
πετράδια της σκέψης σου
κουρσεύω. 
Εδώ οι κοιλάδες σου. 
Εδώ τα βουνά σου. 
Εδώ η ακύμαντη θάλασσα
της κοιλιάς σου
που με ελκύει σαν μαγνήτης. 

Το βαρκάκι μου αφήνω
στις στεριές σου 
και ύστερα με
φτερά αρπακτικού 
σε ανακαταλαμβάνω. 
Νύχια γαμψά έχω και
συρράπτω το σκισμένο
του πόθου σου ένδυμα. 
Όμορφος γίνεσαι μέσα
στην κραταιά χημεία
του έρωτα. 
(Μείγμα καυστικό και το πίνω) 
Σου μοιάζω και μου μοιάζεις
και χαλικάκια πετώ 
στις στεριές σου, εύκολα
να σε βρίσκω όταν μες στη
νύχτα τον διάπλου μου ξεκινώ
προς τα εσένα
ξεκολλώντας ίνες
απ' της μοναξιάς το άνυδρο
κουκούλι.