Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2023

Οι αποτρόπαιες μορφές σου

Στιγμές πολλές δεν έζησες
κοντά μου, κρέμονταν στους
ώμους σου φτερά και συχνά
τα δοκίμαζες και από το πλάι
μου σαν νεφέλωμα εξαφανιζόσουν.
Δύσκολα σε παρακολουθούσα,
άνεμος ταχύς σε κυνηγούσε
και στα υπερώα σε έβγαζε,
κονάκι να στήσεις εκεί απόμακρο.
Στη βίγλα σου κανείς δεν τολμούσε
ποτέ να φτάσει καθώς για φρουρό είχες 
βάλει ένα τερατόμορφο ον με δέκα κεφαλές 
κι εφτά δαγκάνες.
Σε φοβόμουν σαν όπως τρέμουν
τα παιδιά τους μασκοφόρους ήρωες.

Βιαστικός ήσουν σαν την πορεία
των κομητών κι έναν ημιτελή πάντα
διέγραφες κύκλο γεμάτο από λευκή
παχιά σκόνη.
Όλος σκεπασμένος με αυτή τη
σκόνη δεν σε αναγνώριζα, μου
διέφευγαν τα χαρακτηριστικά σου.
Μια μπέρτα κάλυπτε το πρόσωπο
σου και σαν ληστής έκλεβες ό,τι από
τα φωτεινά τετράγωνα της ζωής
μου απέμεναν άθικτα.
Στη λαξευτή μου σκάλα ερχόσουν,
εραστής του σκότους, τους πρόδηλους
να γράψεις στίχους σου.
Σε κοιτούσα έντρομη σαν όπως
θωρούν οι γέροντες του θανάτου
την κλίνη.

Ετοιμόρροπος ήσουν, έτριζαν τα
θεμέλια σου κι υπόκωφοι ήχοι
έκαναν τυφλά την εμφάνιση τους
στο στερέωμα σου.
Ισχυροί σεισμοί διατάραζαν την
γεωγραφία σου.
Ύφαλοι έβγαιναν από το στέρνο σου
μικρά νησιά σχηματίζονταν στους
κόλπους της καρδιάς σου.
Κώνοι εξείχαν από τα μάτια σου
και ηφαιστειακή λάβα κυλούσε
στα χείλη σου.
Απομακρυνόμουν να μην με καταπιείς.
Σε παρακαλούσα εμβρόντητη σαν όπως
σεμνά κάνει στην Παναγία το τάμα
της μια μάνα για τον ναύτη γιο της.

Διώκτης εσύ, στόχο έβαζες τα
πικρά μου χείλη, διπλωνόσουν
από αυτά και ερωτικά φιλιά
ζητούσες να πάρεις.
Ένα υπερβατικό ήσουν πλάσμα που
όμοιο με αυτό του ποτέ άλλοτε δεν είδα.
Ένας υποχθόνιος Θεός ψυχορραγούσε
στα πόδια σου και σε μάλωνε.
Δεν συνθηκολογούσες ασυγκίνητος 
την απόλυτη εξουσία του ζητούσες δική
σου να κάνεις.
Άρχος σε θρόνο παγερό, ακάνθινο
φορούσες στεφάνι και στη δούλεψη
σου είχες τοποθετήσει πλειάδες
αστεριών τα σκοτάδια σου να κρύβουν
και το μοχθηρό σου βλέμμα να λειαίνουν.
Σε απέφευγα σαν όπως κρατά μακριά
μια ερωτευμένη κόρη το νερό της λήθης.

Έρωτας δεν είσαι κρυφός, παρά
μονάχα ολοκληρωτικά τη μορφή
μιας δερμάτινης σφεντόνας παίρνεις
που ανηλεώς τις καρδιές σκοτώνει
με τα μυτερά της βότσαλα.
Αποστάλαγμα φωτιάς είσαι, που
βωμολοχεί άγρια και φτύνει ποιήματα
πάνω στις αιμάσσουσες πληγές.