Τι είχα αγγίξει από εσένα δεν ξέρω.
Σχεδόν τίποτα.
Ήρθες σαν υγρή, μετά τη βροχή, εσπέρα,
σαν αρχαγγελικός ύμνος που τον
καταπίνει η καταιγίδα και τίποτα
δεν μπόρεσες να απομνημονεύσεις.
Έναν στίχο έστω.
Μια εικόνα.
Μια παραίνεση.
Τοπίο στη βροχή ήσουν, μια ομίχλη
που σκεπάζει τα δέντρα και τα
αποκόβει από τη γη.
Δεν έχω ρίζες, δεν έχω χώμα μόνο
πολλούς αξόδευτους καρπούς που
αθώρητοι παραμένουν στα κλαδιά.
Μόνο εσύ θα τους έβλεπες, μόνο
για εσένα ωρίμασαν και μέλωσαν
αλλά ω! τι συμφορά τα σχιστά σου
μάτια αλλού δόθηκαν, με άλλες συνομιλείς
αγάπες και στο τέλος στη γη θα πέσουν
υπακούοντας στο νόμο της φθοράς.
Πόσο θα ήθελα από κάτω να σταθείς
και να δοκιμάσεις έστω ένα καρπό.
Με πνίγουν οι χυμοί τους,
τα αρώματα τους με λιγώνουν
και το ωραίο τους περίβλημα δεν
με αφήνει να ησυχάσω ούτε μια
στιγμή τις νύχτες.
Τραυματισμένη από την ομορφιά
τούς παραδίδομαι κι αν δεν έρθεις
έγκαιρα θα χαθώ πέφτοντας σε
γκρεμούς που άνοιξαν οι σεισμικές
δονήσεις ενός έρωτα που εσύ
αδόκητα παράβλεψες πριν καν τον γευτείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου