Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2025

Ο θόρυβος στην πόρτα

Ακούστηκε χτύπημα στην πόρτα.
Μην ήταν ο άνεμος που ήρθε και την σφυροκόπαγε;
Όχι ήταν η αγάπη που κατέφθασε κοντά μου
καλώντας με.
Ακούστηκε γύρισμα κλειδιών στην πόρτα. 
Μην ήταν η έμπιστη φίλη που ήρθε 
να φέρει το ζυμωτό ψωμί που μόλις έφτιαξε. 
Όχι ήταν η αγάπη που δεν ξέχασε 
τους δρόμους της καρδιάς ζητώντας με.
Ναι ήρθε η αγάπη με τη κουστωδία δύο αγγέλων
να μου χαϊδέψει τα μαλλιά με την πνοή των
λουλουδιών και των δρυμών. 
Ναι ήρθε η αγάπη με το μακρυμάνικο πουκάμισο 
να φέρει δώρα που μυρίζαν γιορτή κι επίσημη
μέρα γύρω απ' το τραπέζι. 
Την υποδέχτηκα ανοίγοντας το πεπαλαιωμένο
κρασί από το δρύινο βαρέλι. 
Την καλοδέχτηκα φορώντας εκείνο το κόκκινο 
φόρεμα με τα ξυλωμένα γαζιά που έμοιαζαν 
με ερωτηματικά και ποιος να τα απαντήσει;
Της έστρωσα τραπέζι να γευματίσει κι ο δίσκος 
στο πικ - απ έπαιζε τα τραγούδια μας.
Χόρεψα για χάρη της. 
Σιγοτραγούδησα.
Μέτρησα το μπόι μου στον τοίχο κι είχα 
ψηλώσει ξαφνικά δέκα οργιές, δεν χωρούσα
στο σπίτι, έφευγα ψηλά σαν κυπαρίσσι. 
Πετούσα. 
Ξύπνησα με το μαξιλάρι μουσκεμένο.
Η εξώπορτα ασφαλισμένη. 
Ο άνεμος στο θηκάρι του.
Η φίλη παραδίπλα έβλεπε για πολλοστή φορά
την ίδια ταινία. 
Εσύ ξανά πάλι δεν φάνηκες κι αν κάποτε 
στο παρελθόν με πλησίασες είχες 
μπουκωμένο το στόμα με βρισιές και 
το σώμα σου προετοιμασμένο για καυγά 
κι αμάχη χωρίς καμιά αιτιολογία.