βρέθηκα κι εσύ από
πάνω με καυτές βελόνες
να προσπαθείς να κλείσεις
τις πληγές μου.
Αποστειρωμένο το περιβάλλον
με φώτα από νέον μα εγώ
λερωμένα και γδαρμένα
είχα γόνατα όταν γονυπετής
βάδιζα στο ναό σου
να φτάσω τον άγιο να πάρω
άρτο του έρωτα να χορτάσει
το κορμί φιλήματα.
Δεν με συμπόνεσες παρά με
άφησες βαθιά μες στις πληγές
να υπάρχω.
Αλλού κοιτούσες και τα μάτια
μου που σε έλουζαν με στίχους
απέφευγες.
Μάρτυρας μου το κλωνάρι
του βασιλικού που κρατούσα
στα χέρια μου τα δάχτυλα μου
που σπάραζαν δεν άγγιξες
ούτε μια στιγμή παρηγορία
να νιώσω.
Τώρα στη χειρουργική κλίνη
ημιθανής πλέον με λαβίδες,
με βελόνες και φακούς
εκτυφλωτικούς προσπαθείς
να με γιατρέψεις.
Εγώ, που γλυκό σου έφερνα
κεράσι και λάιμ ποτό να πιεις
για να ξεχνάς το δηλητήριο,
καμία καλή τύχη δεν είχα.
Μένω να περιμένω την
λύτρωση από του θανάτου
το χέρι μα ξέρω το καλά
σαν νέος Προμηθέας πάνω
στο βράχο θα σταθώ να
περιμένω το όρνεο
να του παραδώσω την
καρδιά μου σε εσένα
να την φέρει ακμάζουσα κι ωραία.
Ω ρε φιλενάδα! Εντάξει....
ΑπάντησηΔιαγραφήΑχ κάποιες σου εμπνεύσεις είναι πραγματικά συγκλονιστικές. Με άγγιξε με την καρδιά μου, καλή μου. Υπέροχο.
Σε ευχαριστώ που πάντα είσαι εδώ
Διαγραφή