Στο ξωκκλήσι με τους σηματωρούς
Ήταν στημένες οι κρεμάλες της Άνοιξης
Μη τραβάς τη περόνη αλητεύει η μνήμη
Στις πάνοπλες σκιές του λουόμενου τρυγητή
Απόβροχο και κατέφθαναν τα καμιόνια με τους ηττημένους
Φορούσαν μαύρες περικνημίδες
Κι είχαν στο στόμα τους χοντρούς κόκκους αλατιού
Σμίλευε η ζωή στις τσέπες τους
Λαξευμένα καθρεπτάκια ματαιοδοξίας
Ερωτιδείς με ωχρά μάγουλα
Τριμμένα άγανα σταριού
Εκτενή ορατόρια για τη δόξα μιας μελαχρινής καλλονής
Και παγωμένα χαμόγελα Αλπικής αθανασίας
Χόρευαν στο σούρουπο πολύχρωμες πεταλούδες
Παραστάσεις της πυράς
Και με ποδαράκια τρυφερά θηλύκωναν
Σταυρωμένους Έρωτες
Στη παντοδυναμία της χλόης
Απόβροχο και κατέφθαναν τα καμιόνια
Με τους καταδικασμένους
Κουκούλες χταποδιών μελάνι και αίμα έσερνε ο ωκεανός
Στα οικητήρια των βυθών πλάι στα κοράλλια
Με τα λευκά φέρετρα των απολησμονημένων
Ο διάπλους στις όχθες της νεκροπολιτείας
Με τους νεφελώδεις ιστούς πλεγμένους στα θεμέλια
Διαρκούσε κλάσματα του δευτερολέπτου
Το σύνθημα δόθηκε
Τρία δύο ένα
Φωνή λανθάνουσα και ο τριγμός της γης
Έστελνε το σπέρμα της στο κενοτάφιο της πάχνης
Νέες ωδίνες εναπόθετε στους γιορτινούς στήμονες
Ωδίνες ριγμένες πάνω στο πάναγνο λαιμό
Του διακορευμένου αετού
Που αναπολεί κρυφά τα χρυσά στιλέτα
Του παλαιικού σκηνώματος
Τρία δυο ένα
Στεγνή και μακρινή η αλήθεια αιωρούνταν
Στο υπογαλάζιο βλέμμα του τυμβωρύχου χρόνου
Μην αμφιβάλλεις
Διαποτίζει η Άνοιξη χιμαιρικά τους κλυδωνισμούς
Του υφέρποντα πόντου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου