Τετάρτη 20 Μαρτίου 2024

Η κιβωτός

Τόσα χρόνια πολιορκημένοι
από ανέμους ανώνυμους
στη θάλασσα φτάσαμε ενεοί
χωρίς κουπί, σανίδα
και σωσίβιο να μας παραστέκουν.
Βουνά τα κύματα μας κατάπιναν.
Κρύα τα ρεύματα μας έζωναν.
Ύφαλοι, βράχια και σκόπελοι
στα πλευρά μας κάποια
δυσανάγνωστα μηνύματα
χαράκωναν με τις προεξοχές τους.
Πονούσαμε!
Πως να ζήσουμε;
Πώς να σωθούμε;
Πώς να απαγκιάσουμε
σε ένα πέλαγος σπαρμένο
με σπασμένα όστρακα
και αμέτρητα φύκια όμοια
με φίδια ποταμίσια;

Σχεδία κάναμε το στέρνο μας
και πηγαίναμε στα μάκρη.
Τα χέρια μας κουπιά
ανοιχτά τα αφήναμε
στα κελεύσματα των γλάρων.
Οι μόνοι συνοδοί μας.
Αυτοί μας μιλούσαν, αυτοί
μας έτρεφαν και σε αυτούς
εμπιστευόμασταν της καρδιάς
τα αινίγματα και τα σμιλευμένα
του νου μας πετράδια.

Κουραστήκαμε τη γαλάζια
να θωρούμε επικράτεια.
Ζοριστήκαμε στις σπηλιές,
μικρά τα στόμια πώς να μπούμε;
Αφρόψαρα δεν είχε εκεί ούτε
άλλη ζωή καμία.
Η μοναξιά μας αδέσποτος
κεραμιδόγατος λαβωμένος
που τα θηλυκά τον εγκατέλειψαν.
Καράβια κι αν περνούσαν
δεν μας έβλεπαν τι μας έλειπαν
τα μαντήλια κι οι ψηλοί καπνοί.

Καταποντισμένοι ψάχναμε μια
ακτή να μας δεχτεί.
Στο τέλος, αφού γδάρθηκε
η ψυχή μας και το αμόνι
του νου δεν λειτουργούσε πια,
μια και μόνη ξηρά βρήκαμε.
Μια ξέρα, μια πατουλιά γης
για να ξαποστάσουμε.
Ευτυχήσαμε δυο δελφίνια,
μια φώκια, έναν θαλάσσιο
ελέφαντα και μια κοντακιανή
ελιά.
Πνίξαμε τη μοναξιά μας
κι απολαύσαμε το νέο μας μετόχι.
Πέτρα σκληρή.
Στα στερνά φτιάξαμε μια κιβωτό,
τους άλλους ναυαγούς της μοίρας
κατά πως τους πρέπει να υποδεχτούμε.

4 σχόλια:

  1. ...Τους άλλους ναυαγούς της μοίρας να δεχτούμε όπως θα τους έπρεπε.

    Πόσο όμορφο τελείωμα σε ένα ακόμα αγαπημένο σου ποίημα, Ελένη μου. Δεν έχω σταματήσει να αγαπώ κάθε σου λυρική έκφραση.
    Την καλησπέρα μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή