Δώσε μου το χέρι σου.
Είναι Σεπτέμβρης και
το καλοκαίρι με αραιή
τη λευκή γενειάδα του
απομακρύνεται.
Μην αρνηθείς να βαδίσουμε
μαζί στα σκαλοπάτια
του φθινοπώρου.
Κοίταξε τα φύλλα πως τρέμουν.
Δες τα πουλιά πως συνάζονται
στα σύρματα σαν καλόγεροι
δίπλα στο αναλόγιο για την
πρωινή προσευχή.
Ρίξε μια ματιά στα σύννεφα
πως πήραν να φορούν τη
βαριά πανοπλία και
ετοιμάζονται να ξεκινήσουν
την αέναη μάχη τους με τον
ήλιο.
Απόψε που είσαι γεμάτος
με τις μυρωδιές του μούστου
έλα εδώ να μεθύσουμε.
Μην ξεσυνερίζεσαι το
κακιωμένο καλοκαίρι που
τριγυρνά ξυπόλητο στις
παραλίες με τις σπασμένες
ομπρέλες και τα σεβάσμια
αρμυρίκια.
Φεύγει ο καιρός.
Πετάει μακριά ένα ψάθινο
καπέλο αδειανό από υποσχέσεις.
Οι πελαργοί εξετάζουν
δίβουλοι τις φωλιές τους
κι απλώνουν νύχι για να
κρατηθούν από τη σκεπή
του ουρανού.
Σε καρτερώ κι άνοιξα
μεσίστια μια σημαία για
να με δεις.
Έχει τα χρώματα της ώχρας
και σχεδιασμένο πάνω της
ένα αιμοδιψές κοράκι που
μέχρι πριν λίγο κατασπάραξε
έναν ανίδεο γλάρο.
Δεν μπορεί παρά να με
προσέξεις.
Ένα τραγούδι συνέθεσα
για εμάς και το τοποθέτησα
δίπλα στην παρτιτούρα που
αγαπούσες.
Μόνη δεν μπορώ άλλο
να τραγουδώ έλα να πιάσεις
τουλάχιστον το σιγόντο.
Χαλάλισα τις χορδές μου
να μιλάω για τα πάθια του
έρωτα.
Στην κρήνη μου θα βρεις
νερό για να πλυθείς και να
λουστείς.
Αχ τι όμορφος θα δείχνεις!
Σαν τον κούρο θα είσαι που
τον σμίλευσαν έμπειρα χέρια.
Δες με πως χαράσσω πάνω
του το ακριβό σου όνομα.
Αιώνιος να προπορεύεσαι...
Στο βιβλίο των μεγάλων
ερώτων σε περίοπτη θέση
να κατοικείς.
Κι εγώ θα σταθώ δίπλα σου
να καταμετρώ σιωπηλά τις
μεγάλες μάχες που κέρδισες
κόντρα στη φθορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου