Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2024

Παραλήρημα

Από μακριά έρχονταν
παραλλαγμένη η μουσική.
Κύματα αλλότρια έλεγες πως
την έφερναν ως εδώ.
-Έμπαινε σεινάμενη στη σάρκα
τους και την δονούσε
όπως δονείται ο λαιμός
του βατράχου στην επαφή
του με το κελαρυστό νερό.-
Βραχνός ο τραγουδιστής,
υπόκωφοι οι ήχοι κι από
κάτω χειροκροτήματα
ζητωκραυγές και ιαχές.

Μην ήταν κάποια χοροεσπερίδα
η μήπως γάμος ή τα βαφτίσια
του φεγγαριού στο γέμισμα του;
Ότι κι αν ήταν, όπως κι αν ήταν
η μουσική αυτή τη συντρόφευε.
Έκλεινε τα μάτια για να ακούει
πιο καλά.
Σφάλιζε τα χείλη για να μην
κραυγάσει η μοναξιά.
Μέγγενη τα χέρια της έσφιγγαν
τα γόνατα για να μην "φύγει".

Μεσάνυχτα, κι αυτή μόνη της
στο σπίτι, το σκυλί βόλταρε
στον κήπο, το σαμιαμίδι στο
εικόνισμα καλοτύχιζε το σπίτι.
Κρύωνε μα δεν είχε χέρια
εύκαιρα για να ρίξει μια
ζακέτα στους ώμους.
Μέγγενη τα χέρια της γύρω
από τα γόνατα.
Έμεινε ακίνητη να παρακολουθεί...
Παγωμένη σχεδόν νεκρή.

Δεν ήθελε να τελειώσει
η μουσική, ούτε οι κραυγές,
ούτε τα ακανόνιστα παλαμάκια.
Ένιωθε προσκεκλημένη της γιορτής.
Πήρε βαθιά ανάσα, φύσηξε
ένα σκνιπάκι που την
ενοχλούσε, άνοιξε τα μάτια
για λίγο. Το σπίτι σκοτεινό σαν
πάτος τσουκαλιού.
Το σκυλί γαύγιζε, αυτή γλεντούσε
μέσα της..

Η μουσική εξακολουθούσε
να έρχεται κατά κύματα,
αν είχε χέρια θα έγραφε ποίημα.
Βούιζαν τ' αφτιά της, η επέλαση
των στίχων την κυρίευσε,
Πήρε να τους θυμάται, όταν
θα απόσωνε η μουσική θα
έγραφε αναντίρρητα το
καλύτερο της τραγούδι.

Για μια Μάντω με χρυσές πλεξούδες
και γάμπες αισθησιακά μακριές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου