Λάμνω το φως σε ακρωτήρια διάπυρα
Και σε φιόρδ απάνεμα συναντώ τις νύμφες
Με τις χάλκινες προσωπίδες στο χέρι
Θαλασσινή αύρα διακόπτει τον ίσαλο της ζωής μου
Προσμετρώντας τα άγια πάθη
Στο αριθμητήριο του έρωτα
Εμείς ποτέ δεν εξαντλήσαμε την κάματο των κυμάτων
Λαχουράτοι οι κήποι της Μεσογείου
Φορτώνουν στους κλώνους τους χρυσές εσπερίδες
Ένιπποι αργοναύτες μετοικίζουν
Το χρυσόφυλλο δάκρυ στη χώρα της αμφιλύκης
Χλωμή η παρθένα του πελάγους
Υφαίνει το σεντόνι της αποκάλυψης
Στο αναστάσιμο κύτταρο του ιππόκαμπου
Διάβασες τη σκούρα άρμη της μοίρας σου
Η Ιωλκός χαμένη από το χάρτη
Έναρξη της ζωής συναπάντημα του θανάτου
Σε αποκοιμίζει
Όνειρα ποδηλατούσες
Και κρύο θειάφι γευόσουν τις νύχτες
Του πανσέληνου πόνου
Ο αιματίτης στα χέρια σου σπασμένος
Από φτέρνα θεϊκή
Σε είπαν ρήγισσα του πόντου
Σε φώναξαν ταπεινό αρμυρίκι
Στην αμμουδιά της Χάλκης
Και το όνομα σου απέκρυψαν στους παλλόμενους
Πνεύμονες του δελφινιού
Αδερφή εσύ
Ελένη Ελπινίκη Ερατώ Έλλη Ελισάβετ
Καμία
Βουεροί ποταμοί σχημάτιζαν πάνω στους ύφαλους
Το δέλτα της ανθρώπινης συγκομιδής
Φτερά των γλάρων αποσκιρτούσαν
Δίπλα σε κλειστά βιβλία
Βιάζοντας τη πορεία της ειμαρμένης Ιστορίας
Η Ιωλκός χαμένη από το χάρτη
Σώπαινες
Με μπράτσα από πηλό και δέρμα αγγέλων
Κωπηλατούσες στο αχανές αύριο
Κρατώντας ένοχα στη παλάμη σου
Το αιμάτινο μαντήλι από τις δροσοσταλίδες
Της λάγνας δύσης
Άκαμπτη και μόνη περιφέρεσαι αργά
Σαν το φαιό σώμα της μυροφόρας νύχτας
Στη γαλαζόπετρα το σπίτι σου
Και στον αιθέρα οι έρωτες σου
Ποτέ κανείς δεν θα σε βρει
Μέσα σε μαιάνδρους πλέκεσαι
Και σε δροσάτα κρίνα ανεβάζεις το λυγμό σου
Μικρή θεραπαινίδα του δεσμώτη χρόνου
Τους μύθους σου σιγοκαίς
Μέσα σε βαθύ πιθάρι
Άκαμπτη και μόνη παραδίνεσαι απαλά
Στο χοροστάσι του ήλιου
Χωρίς πορεία και οδηγούς
Αναβαπτίζεσαι στο χνώτο του θανάτου
Στη κολυμπήθρα σου σιωπούν
Ένδοξες σειρήνες της αυγής
Στους κοραλλιογενείς σου κήπους
Εφορμούν τα μουσκεμένα πηδάλια
Του μαΐστρου
Πατρίδα δεν γύρεψες
Στην γεωμετρία της υδρογείου
Κατέλυσες
Ένας άνεμος βαρκάρης σε καθελκύει
Με σπασμένα ιστία
Στη χώρα σου ποτέ δεν θα εκπνεύσει
Ο στεναγμός
Και το τραγούδι του έρωτα
Μόνη θα χτίζεις εξαρχής
Των εραστών τα κοιμητήρια
Ιδού το έργο σου και το μέγα σου πάθος
Ιδού η θάλασσα και του καημού το αλάτι
Την ανάσταση θα προσδοκάς
Του εξαπατημένου μπάτη
Χωρίς ποτέ να γυρίζεις σελίδα
Στο συναξάρι της Αφροδίτης
Λάμνω το φως σε σκιερά ακρωτήρια
Και με το νύχι χαράζω
Στους κάβους το τραγούδι του έρωτα
Ακάνθινο φορώντας το στεφάνι
Στα τριζόνια εμπιστεύτηκες το μύθο σου
Για αυτό αργοπεθαίνεις τις μελαψές νύχτες
Του Αυγούστου
Χρυσή κλεψύδρα σου χαρίζω
Από ένα βουβό πεντάγραμμο
Μονάχη να συνθέτεις τις επίορκες αλήθειες σου
αυτές σου οι νύμφες Ελένη, αστερώνουν ένα στερέωμα ολόκληρο... μα που να σταθώ και σε τι να ανασάνω... δεν έχει γλυτωμό όποιος σε διαβάζει... αναλώνεται, χάνεται και κερδίζεται ανά πάσα στιγμή... τα σέβη μου ποιήτρια... νύμφη και ιέρεια...
ΑπάντησηΔιαγραφήάφωνη με αφήνεις καλέ μου φίλε
ΑπάντησηΔιαγραφή