που πρόπερσι είχε στερέψει και τώρα
σταγόνα σταγόνα φτύνει το βουνίσιο νερό.
Κρήνη στα ριζά του λόφου που τη δίψα
αδυνατεί να καταλαγιάσει.
Έρχονται εδώ τα μουλάρια τα φορτωμένα
με καλαμπόκι να ξεδιψάσουν λιγάκι.
Λίγο το νερό, στεγνή η λακκούβα, το ρυάκι
πεθαμένο κι η κρήνη μισοξεραμένη.
Αναπηδούν τα ζώα και χώνουν τη μουσούδα
τους στο άφταστο κενό.
Νερό ζητούν τρεχούμενο.
Κεφαλάρι ζητούν μεγάλο.
Στέρνες ζητούν με φρέσκα μούσκλια,
ως τη μέση του τσιμέντου γεμάτη.
Τα αφεντικά τους, τα κουρασμένα από
τους δρόμους, στέκουν για λίγο και
τα αφηνιασμένα ζώα απ' τα καπίστρια
πιάνουν.
Τα ημερεύουν, δένουν πιο σφιχτά το φορτίο
τους και νερό τους δίνουν από το παγούρι τους.
Έπειτα βγάζουν τις πετσέτες με το προσφάι,
τις ξεδιπλώνουν πάνω στο μαρμάρινο πτερύγιο.
Τρώνε ξερό ψωμί, ψημένο κεφαλοτύρι
και ελιές μέσα απ' την άρμη.
Μένουν εκεί για λίγο και μια βλαστήμια
ξεφεύγει απ' τα χείλη τους.
Σταγόνα σταγόνα η κρήνη παρακολουθεί
αναστατωμένη, φοβάται μην αποξηραθεί
εντελώς.
Βροχές δεν έριξε εδώ και τρία χρόνια,
χιόνια δεν έπεσαν, χαλάζι δεν ήρθε και
βροντές δεν ακούστηκαν στα χάη.
Η μαρμάρινη κρήνη αναθυμάται τις παλιές δόξες της.
Τότε που ο έρωτας πηγαίο ήταν θαύμα.
Τότε που η αγάπη μοίραζε απλόχερα αντίδωρο.
Τότε που το νερό με δύναμη εκτινάσσονταν
από τον κορμό του βουνού για να ξεδιψούν
όλα τα γήινα πλάσματα.
Φθίνει κι αυτό το νερό σαν έφυγες.
Φθίνει το χώμα και το σκαλοπάτι που
πατούσες για να δώσεις το φιλί.
Φθίνει ο αέρας που χνώτιζε τους
υαλοπίνακες της λίμνης.
Φθίνω κι εγώ.
Ένα ακόμα όμορφο δημιούργημά σου με πολλά περιγραφικά στοιχεία εξωτερικού χώρου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην καλησπέρα μου, Ελένη μου.
Ευχαριστώ καλέ μου φίλε!! Σε χαιρετώ!!
Διαγραφή