Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2025

*
Ο αρχηγός 

Η πόρτα ορθάνοιχτη. 
Αναρωτηθήκαμε γιατί 
Κι αν έμπαινε ο κλέφτης;
Αν έμπαινε ο ξενομερίτης  
με τα πράσινα μάτια και μας
έκλεβε το ψωμι;
Το πρωί μόλις ξυπνήσαμε
είδαμε στο πάτωμα σκόρπια
ψίχουλα.
Τρεις σπουργίτες δίπλα στην 
παλιά μαντεμένια σόμπα
απολάμβαναν τη ζέστη.
Δεν μας είδαν.
Κι ένας άλλος διαμελισμένος
ράμφιζε την πίκρα μας.
Αυτός μονάχα μας κοίταξε 
κατάματα.
Φοβηθήκαμε.
Κλείσαμε με θόρυβο την πόρτα. 
Τα πουλιά έψαξαν διέξοδο. 
Ανοίξαμε τα παράθυρα, έφυγαν
και τότε παρατηρήσαμε 
πως εκείνος με το
διαμελισμένο σώμα 
τράβηξε πιο μπροστά απ' όλους
Δεν απορήσαμε.
Σηκώσαμε ψηλά τα χέρια και 
χαιρετήσαμε τον αδιαφιλονίκητο
αρχηγό. 
Χαμογελάσαμε με νόημα.
Η πίκρα στα στήθη μας φτερούγα 
που πέταξε. 

*
Απώλεια 

Πέταξε το αδιάβροχο στο πάτωμα
Έσταξε βροχή στα σανίδια
κι έκανε ένα ρυάκι 
που διακλαδίστηκε σε δύο ακόμα
πιο μικρά. 
Έβγαλε το καπέλο. 
Έσιαξε τα μαλλιά του στον καθρέφτη. 
Ήταν όμορφος μέσα στην υγρασία 
του πρωινού. 
Ο ξύλινος κούκος χτύπησε 
το ακριβώς της ώρας.
Ένατη πρωινή. 
Πέρασε στην κουζίνα 
η ψωμιέρα ορφανή. 
Θυμόταν πολύ καλά τα δύο καρβέλια 
που είχε αφήσει αποβραδίς. 
Έψαξε πίσω από την κουρτίνα. 
Κανείς. 
Ήξερε πως οι νεκροί 
δεν κάνουν θόρυβο κι ούτε φοβούνται. 
Μάλιστα όταν πεινούν 
πάντα ζητούν διπλή μερίδα.
Εξ' ου και τα δυο καρβέλια 
που έλειπαν.
Τα αντικατέστησε με δύο μήλα
που οι νεκροί αποφεύγουν
κι απόμεινε να τα κοιτά 
πιο υποψιασμένος από ποτέ.

4 σχόλια:

  1. Μου αρέσει πάρα πολύ η ποιητική σου γλώσσα, Ελένη μου. Έχει ένα στυλ αφήγησης επιβλητικό. Είναι δε στιγμές, που σαν να ακούω τον αείμνηστο Μάνο Κατράκη να αφηγείται.
    Φιλιά καλή μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Απαντήσεις
    1. Όχι, Ελένη μου. Αλήθεια το λέω. Όταν διαβάζω πολλά από τα ποιήματά σου αυτής της μορφής, με την αφήγηση, ακούω τη φωνή του Κατράκη στα αυτιά μου. Και δεν είναι υπερβολή.

      Διαγραφή