Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2025

 Ένα σώμα 

Όλη τη νύχτα έξυνε τα χρωματιστά 
μολύβια της.
Όταν έφτασε στο μαύρο σταμάτησε. 
Πήγε στο καβαλέτο της 
κι είπε να ζωγραφίσει το πορτραίτο 
του όπως αχνά κι επιπόλαια το θυμόταν
πάνω στο μουσαμά. 
Πριν τραβήξει τήν τελευταία γραμμή 
κοίταξε το σχέδιο.
Τελικά είχε σχεδιάσει τον εαυτό της.
Δεν απόρησε καθόλου. 
Τόσο όμοιοι μεταξύ τους είχαν γίνει. 

*
Αναβολή 

Πόσο ήθελε να ανέβει σε μια 
κορυφογραμμή να κοιτάξει από 
ψηλά τον κόσμο. 
Ίσως από εκεί να έβλεπε την 
πολιτεία σαν ζωγραφιά παραγκωνισμένου 
ζωγράφου που εκθέτει τα έργα του
πολύ φτηνά για να ζήσει.
Θα είχε τη χαρά επιπλέον να ατενίσει 
μακριά τη θάλασσα και να ξεχωρίσει ένα ένα 
τα καράβια της πριν αυτά αποπλεύσουν. 
Με την φαντασία της θα πήγαινε
κοντά τους, σε ένα ταξίδι ζωής. 
Τίποτα δεν θα την εμποδιζε.
Όλα στα πόδια της κι όλα σιμά. 
Η πολιτεία,  τα καράβια,  η θάλασσα.
Είχε ξεχάσει όμως τη ζακέτα της
κι η μπουρού άρχισε να σφυρίζει
αναχώρηση....
Το ανέβαλε.
Κάποια άλλη φορά ίσως να ήταν πιο καλά 
προετοιμασμένη.
Στο καντήλι της άλλωστε είχε απομείνει 
μπόλικο λάδι. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου