Φορούσες στο κεφάλι ακάνθινο στεφάνι
κι αιμορραγούσες.
Αιχμηρά είχε αγκάθια και μικρά κόκκινα
αμάραντα λουλούδια στην περιφέρεια του.
Πονούσες, λαβώνονταν το μέτωπο σου, οι
κρόταφοι σου, τα μελένια μάτια σου.
Για χρόνους πολλούς αυτήν μόνο έφερνες εικόνα.
Βιαστικά περνούσαν μπροστά σου τα πλήθη.
Δεν έβλεπαν.
Δεν συμπονούσαν.
Δεν αποφόρτιζαν τον πόνο σου.
Μόνο ένα μικρό παιδί σε καταλάβαινε.
Πάθια είχε πολλά, ορφανό ήταν, μάγισσα το γέννησε
και τις νύχτες έγραφε την Οδύσσεια του σε παπύρους
από τάφους αρχαίους συλημένους.
Πριν χρόνια τρία θέλησε να σε βοηθήσει.
Πώς να σταθεί μπροστά στον πόνο που με μικρό
θάνατο έμοιαζε;
Αδυνατούσε το ακάνθινο να σου βγάλει στέμμα.
Αδυνατούσε αθάνατο να σου φέρει νερό.
Περιφέρονταν μπροστά στα πόδια σου, το ύψος σου
δεν έφτανε.
Τα πλήθη αδιάφορα κυνηγούσαν περιστέρια
και λέπια πολλά κάλυπταν το σώμα τους.
Κάποιοι μάλιστα κρατούσαν καλαθούνες με παστά
ψάρια κι αποξηραμένα χταπόδια.
Δεν έβλεπαν.
Δεν συμπονούσαν.
Δεν αποφόρτιζαν τον πόνο σου.
Ο μικρός Ιάσωνας εκλιπαρούσε αδίκως να σε προσέξουν.
Έτσι σε βρήκα κρατώντας την εικόνα σου καθαρή
μέσα στα χέρια μου και με μια καρδιά μπεσαλίδικη,
δική σου, ευθύς τότε σου δόθηκα.
Το ύψος σου έφτασα το ακάνθινο να σου αφαιρέσω
πλέγμα, έτρεμες.
Σμίξανε τα αίματα μας.
Συντρόφεψαν τα δάκρυά μας.
Ρίγησαν τα σώματα κι οι παλμοί αλόγου ήταν τρεχαλητό.
Πήρα το στέμμα, χαμογέλασες (ένα λουλούδι
στόλιζε τα χείλη σου από αυτά τα αμάραντα.)
Το κράτησα στην αγκαλιά μου και ο κόρφος μου μάτωσε.
Στα δύο το χώρισα και ο πόνος με ακρίβεια μοιράστηκε.
Το παιδί έκανε χαρές και χαμογελούσε.
Ήρθε κοντά μας και μια λυτρωτική έκανε κίνηση.
Φωτιά μεγάλη άναψε τα στέμματα να κάψει.
Φουρφούριζε η φωτιά, ανέβαινε, μα πανέτοιμο το
παιδί και τολμηρό νερό απ' την κρήνη έφερε
την ένταση να κάμψει.
Ντιβάνι ετοίμασε έπειτα με λευκά σεντόνια
τα κορμιά να γείρουν.
Ελεύθεροι βαδίζουμε τώρα σε στέπες και σε ξεροπόταμα
με χρυσάφι μπόλικο στο μπράτσο και στα χέρια.
Καθάριο πίνουμε νερό που το παιδί μας φέρνει.
Ακόρεστα τα σώματα μας στην πανάρχαια υπακούνε
συνταγή και στην οδηγία πιστεύουν.
Του έρωτα κλαδεύουμε το δέντρο και τα κλαδιά
φυτεύουμε στη γη ρίζες να πετάξουν και να θεριέψουν.
Ίσκιο να βρίσκουν οι εραστές κι οι δραγουμάνοι.
Ίσκιο να βρίσκουμε κι εμείς και κλαδί γερό να κρεμάμε
τα αγκομαχητά της αγάπης μας και τα θυμητάρια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου