Στη χώρα των νεκρών διαβιούν
οι στενάχωρες αγάπες.
Πλάι σε λαιμητόμους, ικριώματα
και ιστορικές κλίνες κείτονται.
Δεν έχει εκεί γκισέ εισιτήριο να βγάλουν
για να ταξιδέψουν.
Οι αεροπορικές πτήσεις έχουν ματαιωθεί.
Τα λεωφορεία παροπλισμένα μένουν
στο αμαξοστάσιο.
Τα αυτοκίνητα μια μηχανική πάντα
έχουν βλάβη και τα καράβια δεμένα είναι
στους κάβους κι έχουν τα ιστία κατεβασμένα.
Οι νεκροί μόνο με τα πόδια κάνουν
τις μικρές τους διαδρομές.
Πάντα ένας φίλος θα γιορτάζει.
Συχνά ένα μωρό θα γεννιέται.
Που και που κάποιος γνωστός
θα τους καλεί στα μοναχικά καφέ.
Με βήματα αργά και προσεκτικά
περπατούν, φοβούμενοι μην και
διαταράξουν τον αιώνιο ύπνο
των αγγέλων και των Θεών τα γλέντια.
Στην χώρα των νεκρών ζουν οι μεγάλοι,
ανεκπλήρωτοι έρωτες.
Πλάι σε καζάνια που κοχλάζουν ασταμάτητα
κάθονται και τις καλές μάγισσες που ετοιμάζουν
τα φίλτρα του έρωτα και τα μαντζούνια βοηθούν.
Από εκεί διέρχεται ανά τακτά χρονικά
διαστήματα το τρενάκι των ονείρων.
Είναι το μόνο μέσο που τους συνδέει
με τις αδερφές ψυχές που κάποτε σε ώρες
σημαδιακές απεμπόλησαν μα ποτέ δεν ξέχασαν.
Όμορφο τρένο και φιλόξενο προπάντων
Έχει καθαρά καθίσματα, χρωματιστές
ταπετσαρίες χρυσές χειρολαβές και με
των άστρων την καύσιμη ύλη κινείται.
Εκεί μέσα στο τελευταίο βαγόνι είναι
στοιβαγμένα τα όνειρα δίπλα σε λουλούδια
αμάραντα.
Έρχονται εδώ τις νύχτες οι νεκροί
για τις υπερπόντιες τους συναντήσεις τους.
Φορούν καινούργια ρούχα, ακριβά κοσμήματα
και στις μπουτονιέρες τους έχουν άνθη
γαρδένιας γιατί πολύ αγαπούν
τα αρώματα και την λευκότητα των παρθένων.
Ξεκινούν με χαμόγελο τα ταξίδια τους
και στο βαγόνι με τα όνειρα και τα
άνθη πηγαίνουν κι επιλέγουν τους
προορισμούς τους.
Είναι χαρούμενοι κι ευτυχισμένοι και
στα χέρια τους κρατούν εκτός από τα
λουλούδια κάτι θεόρατα κόκκινα κουβάρια
Με αυτά δένουν την αγάπη, πιστή να μείνει.
Από εκείνα ζητούν να τους χαράξουν
τους δρόμους ποτέ να μην χαθούν.
Γιατί έτσι αγνοί που είναι και αόμματοι
φοβούνται μην πέσουν στα χορταριασμένα
πηγάδια που η λήθη τα διαφεντεύει.
Είναι πανέξυπνοι και πάντα ένα κατοικίδιο
τους ακολουθεί, την μοναξιά τους για να πνίγουν.
Συναντούν τους καλούς τους και στο
μαξιλάρι τους αφήνουν λίγο άρωμα
κι ένα φτεράκι αθανασίας.
Μην τους δώσεις νερό δεν διψούν.
Μην τους πεις τραγούδια μπερδεύονται.
Μην τους αγγίξεις μαζί τους θα σε πάρουν.
Εσύ ο διαλεκτός τους, εσύ ο κρίκος τους,
εσύ ο εραστής τους που με λόγια καρδιάς
μόνο συνεννοείται.
Αν ακούσεις μέσα στην νύχτα σκυλιά να
γαβγίζουν ή γατιά να ερωτεύονται είναι
αυτοί που ήρθαν ως εδώ κάτω.
Φίλεψε τους ένα φιλί τους φτάνει για να
ξανάρθουν και τον αιώνιο να δώσουν όρκο
μπροστά στο σπίτι με τις ακακίες.
Πλάι σε λαιμητόμους, ικριώματα
και ιστορικές κλίνες κείτονται.
Δεν έχει εκεί γκισέ εισιτήριο να βγάλουν
για να ταξιδέψουν.
Οι αεροπορικές πτήσεις έχουν ματαιωθεί.
Τα λεωφορεία παροπλισμένα μένουν
στο αμαξοστάσιο.
Τα αυτοκίνητα μια μηχανική πάντα
έχουν βλάβη και τα καράβια δεμένα είναι
στους κάβους κι έχουν τα ιστία κατεβασμένα.
Οι νεκροί μόνο με τα πόδια κάνουν
τις μικρές τους διαδρομές.
Πάντα ένας φίλος θα γιορτάζει.
Συχνά ένα μωρό θα γεννιέται.
Που και που κάποιος γνωστός
θα τους καλεί στα μοναχικά καφέ.
Με βήματα αργά και προσεκτικά
περπατούν, φοβούμενοι μην και
διαταράξουν τον αιώνιο ύπνο
των αγγέλων και των Θεών τα γλέντια.
Στην χώρα των νεκρών ζουν οι μεγάλοι,
ανεκπλήρωτοι έρωτες.
Πλάι σε καζάνια που κοχλάζουν ασταμάτητα
κάθονται και τις καλές μάγισσες που ετοιμάζουν
τα φίλτρα του έρωτα και τα μαντζούνια βοηθούν.
Από εκεί διέρχεται ανά τακτά χρονικά
διαστήματα το τρενάκι των ονείρων.
Είναι το μόνο μέσο που τους συνδέει
με τις αδερφές ψυχές που κάποτε σε ώρες
σημαδιακές απεμπόλησαν μα ποτέ δεν ξέχασαν.
Όμορφο τρένο και φιλόξενο προπάντων
Έχει καθαρά καθίσματα, χρωματιστές
ταπετσαρίες χρυσές χειρολαβές και με
των άστρων την καύσιμη ύλη κινείται.
Εκεί μέσα στο τελευταίο βαγόνι είναι
στοιβαγμένα τα όνειρα δίπλα σε λουλούδια
αμάραντα.
Έρχονται εδώ τις νύχτες οι νεκροί
για τις υπερπόντιες τους συναντήσεις τους.
Φορούν καινούργια ρούχα, ακριβά κοσμήματα
και στις μπουτονιέρες τους έχουν άνθη
γαρδένιας γιατί πολύ αγαπούν
τα αρώματα και την λευκότητα των παρθένων.
Ξεκινούν με χαμόγελο τα ταξίδια τους
και στο βαγόνι με τα όνειρα και τα
άνθη πηγαίνουν κι επιλέγουν τους
προορισμούς τους.
Είναι χαρούμενοι κι ευτυχισμένοι και
στα χέρια τους κρατούν εκτός από τα
λουλούδια κάτι θεόρατα κόκκινα κουβάρια
Με αυτά δένουν την αγάπη, πιστή να μείνει.
Από εκείνα ζητούν να τους χαράξουν
τους δρόμους ποτέ να μην χαθούν.
Γιατί έτσι αγνοί που είναι και αόμματοι
φοβούνται μην πέσουν στα χορταριασμένα
πηγάδια που η λήθη τα διαφεντεύει.
Είναι πανέξυπνοι και πάντα ένα κατοικίδιο
τους ακολουθεί, την μοναξιά τους για να πνίγουν.
Συναντούν τους καλούς τους και στο
μαξιλάρι τους αφήνουν λίγο άρωμα
κι ένα φτεράκι αθανασίας.
Μην τους δώσεις νερό δεν διψούν.
Μην τους πεις τραγούδια μπερδεύονται.
Μην τους αγγίξεις μαζί τους θα σε πάρουν.
Εσύ ο διαλεκτός τους, εσύ ο κρίκος τους,
εσύ ο εραστής τους που με λόγια καρδιάς
μόνο συνεννοείται.
Αν ακούσεις μέσα στην νύχτα σκυλιά να
γαβγίζουν ή γατιά να ερωτεύονται είναι
αυτοί που ήρθαν ως εδώ κάτω.
Φίλεψε τους ένα φιλί τους φτάνει για να
ξανάρθουν και τον αιώνιο να δώσουν όρκο
μπροστά στο σπίτι με τις ακακίες.
Συγκλονιστικό!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ πολύ
Διαγραφή