Ψηλά πήρα ένα βουνό
να ψάξω τις πηγές του
να βρω τ' αθάνατο νερό
τις ώριες χαραυγές του
Συνάντησα έναν βοσκό
μικρό 'να παιδαρέλι
τα κατατόπια ήξερε
κι είχε τα μάτια μέλι
Τα μονοπάτια μου 'δειξε
μου δώσε την αγκλίτσα
να ' χω το βήμα σταθερό
τα σύννεφα καρφίτσα
Έσκυψα και δροσίστηκα
σε πέτρινη μια βρύση
το μάτι πέρα πέταξε
στη φορεσιά της δύσης
Πήρα αθάνατο νερό
στην πήλινη μου βίκα
τα χείλη του το ξόδεψαν
σταγόνα εγώ δεν ήπια
Τα μονοπάτια μου 'δειξε
μου δώσε την αγκλίτσα
να ' χω το βήμα σταθερό
τα σύννεφα καρφίτσα
Κι έτσι σε μένα έμελλε
γρήγορα να πεθάνω
κι αυτό το χώμα να πατά
κι εγώ ζωή να χάνω.
Άπονο εγώ το φώναζα
από το μνήμα μέσα
κι άλλη ζωή λαχτάραγα
του πόθου το έγια λέσα
Τα μονοπάτια μου 'δειξε
μου δώσε την αγκλίτσα
να ' χω το βήμα σταθερό
τα σύννεφα καρφίτσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου